Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

from (out of)

  • 1 ἐκ

    ἐκ, before a vowel [full] ἐξ, also
    A

    ἐξ τῳ ϝοίκῳ Inscr.Cypr. 135.5

    H., in [dialect] Att. Inscrr. before ς ξ ζ ρ and less freq. λ ; ἐγ- in Inscrr. before β γ δ λ μ ν ; Cret. and [dialect] Boeot. [full] ἐς Leg.Gort.2.49, Corinn.Supp.2.67 ; ἐχ freq. in [dialect] Att. Inscrr. before χ φ θ (and in early Inscrr. before ς, IG12.304.20) ; also ἐ Ναυπάκτω ib.9(1).334.8 ([dialect] Locr.) ; (ἐτ is for ἐπὶ in ib 9(2).517.14 (Thess.)):—Prep. governing GEN. only (exc. in Cypr. and Arc., c. dat., Inscr.Cypr.135.5 H. ([place name] Idalium), (in form ἐς) IG5(2).6.49 (Tegea, iv B.C.)):—radical sense, from out of, freq. also simply, from.
    I OF PLACE, the most freq. usage, variously modified:
    1 of Motion, out of, forth from,

    ἐκ Πύλου ἐλθὼν τηλόθεν ἐξ ἀπίης γαίης Il.1.269

    , cf.Pl.Prt. 321c, etc. ;

    μάχης ἔκ Il.17.207

    ;

    ἂψ ἐκ δυσμενέων ἀνδρῶν 24.288

    ; ἐξ ὀχέων, ἐξ ἕδρης, 3.29, 19.77 ;

    φεύγειν ἐκ πολέμοιο 7.119

    ;

    ἐκ τῶν πολεμίων ἐλθεῖν X.Cyr.6.2.9

    ;

    ἐκ χειρῶν γέρας εἵλετο Il.9.344

    , cf. S.Ph. 1287 (but ἐκ χειρὸς βάλλειν or παίειν to strike with a spear in the hand, opp. ἀντιτοξεύειν or ἀκοντίζειν, X.An.3.3.15, Cyr.4.3.16 ; ἐκ χειρὸς τὴν μάχην ποιεῖσθαι ib.6.2.16, cf. 6.3.24, etc.) ; ἐκ χρυσῶν φιαλῶν πίνειν ib.5.3.3 ;

    ἐξ ἀγορᾶς ὠνεῖσθαι Pl.Com.190

    .
    3 to denote change or succession, freq. with an antithetic repetition of the same word, δέχεται κακὸν ἐκ κακοῦ one evil comes from (or after) another, Il.19.290 ;

    ἐκ φόβου φόβον τρέφω S.Tr.28

    ; πόλιν ἐκ πόλεως ἀμείβειν, ἀλλάττειν, Pl. Sph. 224b, Plt. 289e ;

    λόγον ἐκ λόγου λέγειν D.18.313

    ;

    πόρους ἐκ πόρων ὑπισχνούμενοι Alciphr.1.8

    ;

    ἀπαλλάττειν τινὰ ἐκ γόων S.El. 291

    ;

    ἐκ κακῶν πεφευγέναι Id.Ant. 437

    : hence, instead of,

    τυφλὸς ἐκ δεδορκότος Id.OT 454

    ;

    λευκὴν..ἐκ μελαίνης ἀμφιβάλλομαι τρίχα Id.Ant. 1093

    ;

    ἐλεύθερος ἐκ δούλου καὶ πλούσιος ἐκ πτωχοῦ γεγονώς D.18.131

    , cf. X. An.7.7.28, etc.
    5 of Position, outside of, beyond, chiefly in early writers, ἐκ βελέων out of shot, Il.14.130, etc. ; ἐκ καπνοῦ out of the smoke, Od.19.7 ; ἐκ πατρίδος banished from one's country, 15.272 ; ἐκ μεσου κατῆστο sate down apart from the company, Hdt.3.83 ; ἐξ ἠθέων τὸν ἥλιον ἀνατεῖλαι out of its accustomed quarters, Id.2.142; ἐξ ὀφθαλμῶν out of sight, Id.5.24 ; ἐξ ὁδοῦ out of the road, S.OC 113.
    6 with Verbs of Rest, where previous motion is implied, on, in, δαῖέ οἱ ἐκ κόρυθος..πῦρ lighted a fire from (i.e. on) his helmet, Il.5.4 ; ἐκ ποταμοῦ χρόα νίζετο washed his body in the river ( with water from the river), Od.6.224 : freq. with Verbs signifying hang or fasten, σειρήν..ἐξ οὐρανόθεν κρεμάσαντες having hung a chain from heaven, Il.8.19 ; ἐκ πασσαλόφι κρέμασεν φόρμιγγα he hung his lyre from (i.e. on) the peg, Od.8.67 ; ἀνάπτεσθαι ἔκ τινος fasten from i.e. upon) a thing, 12.51 ;

    μαχαίρας εἶχον ἐξ ἀργυρέων τελαμώνων Il.18.598

    ; πρισθεὶς ἐξ ἀντύγων gripped to the chariot-rail, S.Aj. 1030, etc.; ἐκ τοῦ βραχίονος ἵππον ἐπέλκουσα leading it [ by a rein] upon her arm, Hdt.5.12 : with Verbs signifying hold, lead, ἐξ ἐκείνων ἔχειν τὰς ἐλπίδας to have their hopes dependent upon them, Th.1.84 ; ἐκ χειρὸς ἄγειν lead by the hand, Bion Fr.7.2 ; ἐκ ποδὸς ἕπεσθαι ib.6.2 ;

    ἐκ τῆς οὐρᾶς λαμβάνεσθαι Luc.Asin.23

    : with the Art. indicating the place of origin, οἱ ἐκ τῶν νήσων κακοῦργοι the robbers of the islands, Th.1.8, cf. 2.5, 13 ; τοὺς ἐκ τῆς ναυμαχίας those in the sea-fight, Pl. Ap. 32b ; τοὺς ἐκ τῶν σκηνῶν those in the tents, D.18.169 ;

    ἁρπασόμενοι τὰ ἐκ τῶν οἰκιῶν X.Cyr.7.2.5

    ;

    οἱ ἐκ τοῦ πεδίου ἔθεον Id.An. 4.6.25

    : even with Verbs of sitting or standing, εἰσεῖδε στᾶσ' ἐξ Οὐλύμποιο from Olympus where she stood, Il.14.154 ; καθῆσθαι ἐκ πάγων to sit on the heights and look from them, S.Ant. 411 ;

    στὰς ἐξ ἐπάλξεων ἄκρων E.Ph. 1009

    ; ἐκ βυθοῦ at the bottom, Theoc.22.40 : phrases, ἐκ δεξιᾶς, ἐξ ἀριστερᾶς, on the right, left, X.Cyr.8.3.10, etc.; οἱ ἐξ ἐναντίας, οἱ ἐκ πλαγίοὐ ib.7.1.20 ; ἐκ θαλάσσης, opp. ἐκ τῆς μεσογείας, D.18.301.
    II OF TIME, elliptic with Pron. relat. and demonstr., ἐξ οὗ [ χρόνου] since, Il.1.6, Od.2.27, etc.; in apod., ἐκ τοῦ from that time, Il.8.296 ;

    ἐκ τούτου X.An.5.8.15

    , etc. (but ἐκ τοῖο thereafter, Il.1.493, and ἐκ τούτων or ἐκ τῶνδε usu. after this, X.Mem.2.9.4, S.OT 235) ;

    ἐξ ἐκείνου Th.2.15

    ; ἐκ πολλοῦ (sc. χρόνου) for a long time, Id.1.68, etc.;

    ἐκ πλέονος χρόνου Id.8.45

    ; ἐκ πλείστου ib.68 ; ἐξ ὀλίγου at short notice, Id.2.11 (but also a short time since, Plu.Caes.28) ;

    ἐκ παλαιοῦ X.Mem.3.5.8

    ;

    ἐκ παλαιτάτου Th.1.18

    .
    2 of particular points of time,

    ἐκ νεότητος..ἐς γῆρας Il.14.86

    ;

    ἐκ γενετῆς 24.535

    ; ἐκ νέου, ἐκ παιδός, from boyhood, Pl.Grg. 510d, R. 374c, etc.;

    ἐκ μικροῦ παιδαρίου D.53.19

    ;

    ἐξ ἀρχῆς A.Eu. 284

    , etc.; καύματος ἔξ after hot weather, Il.5.865; νέφος ἔρχεται οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης after clear weather, 16.365 ;

    ἐκ δὲ αἰθρίης καὶ νηνεμίης συνδραμεῖν ἐξαπίνης νέφεα Hdt.1.87

    ; so (like ἀπό II) ἐκ τῆς θυσίης γενέσθαι to have just finished sacrifice, ib.50, etc.; ἐκ τοῦ ἀρίστου after breakfast, X.An.4.6.21 ; ἐξ εἰρήνης πολεμεῖν to go to war after peace, Th. 1.120 ;

    γελάσαι ἐκ τῶν ἔμπροσθεν δακρύων X.Cyr.1.4.28

    ;

    κάλλιστον ἦμαρ εἰσιδεῖν ἐκ χείματος A.Ag. 900

    ;

    τὴν θάλασσαν ἐκ Διονυσίων πλόϊμον εἶναι Thphr.Char.3.3

    ; ἐκ χειμῶνος at the end of winter, Plu. Nic.20.
    3 at, in,

    ἐκ νυκτῶν Od.12.286

    ;

    ἐκ νυκτός X.Cyr.1.4.2

    , etc.;

    ἐξ ἡμέρας S.El. 780

    ;

    ἐκ μέσω ἄματος Theoc.10.5

    ; ἐκ τοῦ λοιποῦ or ἐκ τῶν λοιπῶν for the future, X.Smp.4.56, Pl.Lg. 709e.
    III OF ORIGIN,
    3 of Place of Origin or Birth,

    ἐκ Σιδῶνος..εὔχομαι εἶναι Od.15.425

    , cf. Th.1.25, etc.;

    ἐκ τῶν ἄνω εἰμί Ev.Jo.8.23

    ; ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλή the Areopagus, Arist.Ath.4.4, etc. ;

    οἱ ἐκ τῆς διατριβῆς ταύτης Aeschin.1.54

    ; οἱ ἐκ τοῦ Περιπάτου the Peripatetics, Luc.Pisc.43 ; ὁ ἐξ Ἀκαδημείας the Academic, Ath.1.34b ;

    οἱ ἐκ πίστεως Ep.Gal.3.7

    ;

    οἱ ἐξ ἐριθείας Ep.Rom.2.8

    .
    4 of the Author or Occasion of a thing, ὄναρ, τιμὴ ἐκ Διός ἐστιν, Il.1.63,2.197, cf. Od.1.33, A.Pers. 707, etc.; θάνατος ἐκ μνηστήρων death by the hand of the suitors, Od.16.447 ; τὰ ἐξ Ἑλλήνων τείχεα walls built by them, Hdt.2.148 ; κίνημα ἐξ αὑτοῦ spontaneous motion, Plot.6.1.21 ;

    ὕμνος ἐξ Ἐρινύων A.Eu. 331

    (lyr.) ;

    ἡ ἐξ ἐμοῦ δυσβουλία S.Ant.95

    ;

    ὁ ἐξ ἐμοῦ πόθος Id.Tr. 631

    .
    5 with the agent after [voice] Pass. Verbs, by, Poet. and early Prose, ἐφίληθεν ἐκ Διός they were beloved of (i.e.by) Zeus, Il.2.669 ; κήδε' ἐφῆπται ἐκ Διός ib. 70;

    προδεδόσθαι ἐκ Πρηξάσπεος Hdt.3.62

    ;

    τὰ λεχθέντα ἐξ Ἀλεξάνδρου Id.7.175

    , cf. S.El. 124 (lyr.), Ant.93, Th.3.69, Pl.Ti. 47b;

    ἐξ ἁπάντων ἀμφισβητήσεται Id.Tht. 171b

    ;

    ὁμολογουμένους ἐκ πάντων X.An.2.6.1

    ;

    τὰς ἐκ θεῶν τύχας δοθείσας S.Ph. 1316

    , cf. Pl.Ly. 204c : with neut. Verbs,

    ἐκ..πατρὸς κακὰ πείσομαι Od.2.134

    , cf. A.Pr. 759 ;

    τλῆναί τι ἔκ τινος Il.5.384

    ;

    θνήσκειν ἔκ τινος S.El. 579

    , OT 854, etc.;

    τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων Hdt.1.1

    .
    8 freq. as periphr. for Adv.,

    ἐκ προνοίας IG12.115.11

    ; ἐκ βίας by force, S.Ph. 563 ;

    ἐκ δόλου Id.El. 279

    ;

    ἐκ παντὸς τρόπου ζητεῖν Pl.R. 499a

    : esp. with neut. Adjs., ἐξ ἀγχιμόλοιο, = ἀγχίμολον, Il.24.352 ;

    ἐκ τοῦ ἐμφανέος Hdt.3.150

    ; ἐκ τοῦ φανεροῦ, ἐκ τοῦ προφανοῦς, Th.4.106, 6.73 ;

    ἐκ προδήλου S.El. 1429

    ; ἐξ ἴσου, ἐκ τοῦ ἴσου, Id.Tr. 485, Th.2.3 ;

    ἐξ ἀέλπτου Hdt.1.111

    , etc.: with fem. Adj.,

    ἐκ τῆς ἰθέης Id.3.127

    ;

    ἐκ νέης Id.5.116

    ;

    ἐξ ὑστέρης Id.6.85

    ;

    ἐκ τῆς ἀντίης Id.8.6

    ;

    ἐκ καινῆς Th.3.92

    ;

    ἐξ ἑκουσίας S.Tr. 727

    ; ἐκ ταχείας ib. 395.
    9 of Number or Measurement, with numerals, ἐκ τρίτων in the third place, E.Or. 1178, Pl.Grg. 500a, Smp. 213b ; distributively, apiece, Ath.15.671b.
    c of Weight,

    ἐπιπέμματα ἐξ ἡμιχοινικίου Inscr.Prien.362

    (iv B.C.).
    B ἐκ is freq. separated from its CASE, Il.11.109, etc.—It takes an accent in anastrophe, 14.472, Od.17.518.—[dialect] Ep. use it with Advbs. in -θεν, ἐξ οὐρανόθεν, ἐξ ἁλόθεν, ἐξ Αἰσύμηθεν, Il.17.548, 21.335, 8.304 ;

    ἐκ Διόθεν Hes.Op. 765

    ;

    ἐκ πρῴρηθεν Theoc.22.11

    .—It is combined with other Preps. to make the sense more definite, as διέκ, παρέκ, ὑπέκ.
    C IN COMPOS. the sense of removal prevails ; out, away, off.
    2 to express completion, like our utterly, ἐκπέρθω, ἐξαλαπάζω, ἐκβαρβαρόω, ἐκδιδάσκω, ἐκδιψάω, ἐκδωριεύομαι, ἐξοπλίζω, ἐξομματόω, ἔκλευκος, ἔκπικρος.
    D As ADVERB, therefrom, Il.18.480.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐκ

  • 2 ἀπό

    ἀπό (Hom.+) prep. w. gen. (see the lit. on ἀνά, beg., also for ἀπό: KDieterich, IndogF 24, 1909, 93–158; LfgrE s.v.). Basic sense ‘separation from’ someone or someth., fr. which the other uses have developed. In the NT it has encroached on the domain of Att. ἐκ, ὑπό, παρά, and the gen. of separation; s. Mlt. 102; 246; Mlt-Turner 258f.
    a marker to indicate separation from a place, whether person or thing, from, away from
    w. all verbs denoting motion, esp. those compounded w. ἀπό: ἀπάγεσθαι, ἀπαλλάσσεσθαι, ἀπελαύνειν, ἀπέρχεσθαι, ἀπολύεσθαι, ἀποπλανᾶσθαι, ἀποστέλλειν, ἀποφεύγειν, ἀποχωρεῖν, ἀποχωρίζεσθαι; but also w. ἀνίστασθαι, διαστῆναι, διέρχεσθαι, ἐκδημεῖν, ἐκκινεῖν, ἐκπλεῖν, ἐκπορεύεσθαι, ἐξέρχεσθαι, ἐξωθεῖν, ἐπιδιδόναι, μεταβαίνειν, μετατίθεσθαι, νοσφίζειν, παραγίνεσθαι, πλανᾶσθαι, πορεύεσθαι, ὑπάγειν, ὑποστρέφειν, φεύγειν; s. the entries in question.
    w. all verbs expressing the idea of separation ἐκβάλλειν τὸ κάρφος ἀ. τοῦ ὀφθαλμοῦ remove the splinter fr. the eye Mt 7:4 v.l. (for ἐκ). ἐξέβαλον ἀπὸ τῆς πήρας αὐτῶν δῶρα they set forth gifts out of their travel bags GJs 21:3. ἀπολύεσθαι ἀ. ἀνδρός be divorced fr. her husband Lk 16:18, cp. Ac 15:33. ἀποκυλίειν, ἀπολαμβάνεσθαι, ἀποστρέφειν, ἐπιστρέφεσθαι, ἐπανάγειν, αἴρειν, ἀφαιρεῖν, ἀπολέσθαι, μερίζειν et al., s. the pertinent entries. So also κενὸς ἀ. τινος Hs 9, 19, 2. ἔρημος ἀ. τινος (Jer 51:2) 2 Cl 2:3. W. verbs which express the concept of separation in the wider sense, like loose, free, acquit et al. ἀπορφανίζειν, ἀποσπᾶν, διεγείρεσθαι, δικαιοῦν, ἐκδικοῦν, ἐλευθεροῦν, λούειν, λύειν, λυτροῦν, ῥαντίζειν, σαλεύειν, στέλλειν, σῴζειν, φθείρειν, s. the entries; hence also ἀθῷος (Sus 46 Theod. v.l.) Mt 27:24. καθαρὸς ἀ. τινος (Tob 3:14; but s. Dssm. NB 24 [BS 196; 216]) Ac 20:26; cp. Kuhring 54.
    verbs meaning be on guard, be ashamed, etc., take ἀπό to express the occasion or object of their caution, shame, or fear; so αἰσχύνεσθαι, βλέπειν, μετανοεῖν, προσέχειν, φοβεῖσθαι, φυλάσσειν, φυλάσσεσθαι; s. 5 below.
    w. verbs of concealing, hiding, hindering, the pers. from whom someth. is concealed is found w. ἀπό; so κρύπτειν τι ἀπό τινος, παρακαλύπτειν τι ἀπό τινος, κωλύειν τι ἀπό τινος; s. the entries.
    in pregnant constr. like ἀνάθεμα εἶναι ἀ. τοῦ Χριστοῦ be separated fr. Christ by a curse Ro 9:3. μετανοεῖν ἀ. τ. κακίας (Jer 8:6) Ac 8:22. ἀποθνῄσκειν ἀ. τινος through death become free from Col 2:20. φθείρεσθαι ἀ. τ. ἁπλότητος be ruinously diverted from wholehearted commitment 2 Cor 11:3. Cp. Hs 6, 2, 4.
    as a substitute for the partitive gen. (Hdt. 6, 27, 2; Thu. 7, 87, 6; PPetr III, 11, 20; PIand 8, 6; Kuhring 20; Rossberg 22; Johannessohn, Präp. 17) τίνα ἀ. τῶν δύο; Mt 27:21, cp. Lk 9:38; 19:39 (like PTebt 299, 13; 1 Macc 1:13; 3:24; Sir 6:6; 46:8). τὰ ἀ. τοῦ πλοίου pieces of the ship Ac 27:44. ἐκχεῶ ἀ. τοῦ πνεύματός μου Ac 2:17f (Jo 3:1f). λαμβάνειν ἀ. τ. καρπῶν get a share of the vintage Mk 12:2 (cp. Just., A I, 65, 5 μεταλαβεῖν ἀπὸ τοῦ … ἄρτου).—Of foods (as in Da 1:13, 4:33a; 2 Macc 7:1) ἐσθίειν ἀ. τ. ψιχίων eat some of the crumbs Mt 15:27; Mk 7:28. χορτάζεσθαι ἀ. τινος eat one’s fill of someth. Lk 16:21. αἴρειν ἀ. τῶν ἰχθύων pick up the remnants of the fish Mk 6:43. ἐνέγκατε ἀ. τ. ὀψαρίων bring some of the fish J 21:10 (the only instance of this usage in J; s. M-EBoismard, Le chapitre 21 de Saint Jean: RB 54 [’47] 492).—Of drink (cp. Sir 26:12) πίνειν ἀπὸ τ. γενήματος τῆς ἀμπέλου drink the product of the vine Lk 22:18.
    to indicate the point from which someth. begins, whether lit. or fig.
    of place from, out from (Just., D. 86, 1 ἀπὸ τῆς πέτρας ὕδωρ ἀναβλύσαν ‘gushing out of the rock’) σημεῖον ἀ. τ. οὐρανοῦ a sign fr. heaven Mk 8:11. ἀ. πόλεως εἰς πόλιν from one city to another Mt 23:34. ἀπʼ ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν (Dt 30:4; Ps 18:7) from one end of heaven to the other 24:31, cp. Mk 13:27. ἀπʼ ἄνωθεν ἕως κάτω from top to bottom Mt 27:51. ἀρξάμενοι ἀ. Ἰερουσαλήμ beginning in Jerusalem Lk 24:47 (s. also Lk 23:5; Ac 1:22; 10:37). ἀφʼ ὑμῶν ἐξήχηται ὁ λόγος τ. κυρίου the word of the Lord has gone out from you and sounded forth 1 Th 1:8. ἀπὸ βορρᾶ, ἀπὸ νότου in the north, in the south (PCairGoodsp 6, 5 [129 B.C.] ἐν τῷ ἀπὸ νότου πεδίῳ; Mitt-Wilck. I/2, 11A col. 1, 12f [123 B.C.] τὸ ἀπὸ νότου τῆς πόλεως χῶμα; ln. 7 ἀπὸ βορρᾶ τῆς πόλεως; 70, 16 al.; Josh 18:5; 19:34; 1 Km 14:5) Rv 21:13.
    of time from … (on), since (POxy 523, 4; Mel., HE 4, 26, 8; s. Kuhring 54ff).
    α. ἀ. τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου from the days of John Mt 11:12. ἀ. τῆς ὥρας ἐκείνης 9:22. ἀπʼ ἐκείνης τ. ἡμέρας (Jos., Bell. 4, 318, Ant. 7, 382) Mt 22:46; J 11:53. ἔτη ἑπτὰ ἀ. τῆς παρθενίας αὐτῆς for seven years fr. the time she was a virgin Lk 2:36. ἀ. ἐτῶν δώδεκα for 12 years 8:43. ἀ. τρίτης ὥρας τῆς νυκτός Ac 23:23. ἀ. κτίσεως κόσμου Ro 1:20. ἀ. πέρυσι since last year, a year ago 2 Cor 8:10; 9:2.—ἀπʼ αἰῶνος, ἀπʼ ἀρχῆς, ἀπʼ ἄρτι (also ἀπαρτί and ἄρτι), ἀπὸ καταβολῆς κόσμου, ἀπὸ τότε, ἀπὸ τοῦ νῦν; s. the pertinent entries.
    β. w. the limits defined, forward and backward: ἀπὸ … ἕως (Jos., Ant. 6, 364) Mt 27:45. ἀπὸ … ἄχρι Phil 1:5. ἀπὸ … μέχρι Ac 10:30; Ro 5:14; 15:19.
    γ. ἀφʼ ἧς (sc. ὥρας or ἡμέρας, which is found Col 1:6, 9; but ἀφʼ ἧς became a fixed formula: ParJer 7:28; Plut., Pelop. [285] 15, 5; s. B-D-F §241, 2) since Lk 7:45 (Renehan ’75, 36f); Ac 24:11; 2 Pt 3:4 (cp. X., Hell. 4, 6, 6; 1 Macc 1:11). ἀφʼ οὗ (sc.—as in X., Cyr. 1, 2, 13—χρόνου; Att. ins in Meisterhans.3-Schw. and s. Witkowski, index 163; ἀφʼ οὗ is also a formula) since, when once (X., Symp. 4, 62; Demetr.: 722 Fgm. 1, 16 Jac.; Lucian, Dial. Mar. 15, 1; Ex 5:23 GrBar 3:6) Lk 13:25; 24:21; Rv 16:18 (cp. Da 12:1; 1 Macc 9:29; 16:24; 2 Macc 1:7; TestAbr B 13 p. 117, 23; GrBar; Jos., Ant. 4, 78). τρία ἔτη ἀφʼ οὗ (cp. Tob 5:35 S) Lk 13:7. ἀφότε s. ὅτε 1aγ end.
    the beg. of a series from … (on).
    α. ἀρξάμενος ἀ. Μωϋσέως καὶ ἀ. πάντων τ. προφητῶν beginning w. Moses and all the prophets Lk 24:27. ἕβδομος ἀ. Ἀδάμ Jd 14 (Diod S 1, 50, 3 ὄγδοος ὁ ἀπὸ τοῦ πατρός [ancestor]; Appian, Mithrid. 9 §29 τὸν ἕκτον ἀπὸ τοῦ πρώτου Μιθριδάτην; Arrian, Anab. 7, 12, 4; Diog. L. 3, 1: Plato in the line of descent was ἕκτος ἀπὸ Σόλωνος; Biogr. p. 31: Homer δέκατος ἀπὸ Μουσαίου). ἀ. διετοῦς καὶ κατωτέρω Mt 2:16 (cp. Num 1:20; 2 Esdr 3:8).
    β. w. both beg. and end given ἀπὸ … ἕως (Sir 18:26; 1 Macc 9:13) Mt 1:17; 23:35; Ac 8:10. Sim., ἀ. δόξης εἰς δόξαν fr. glory to glory 2 Cor 3:18.
    to indicate origin or source, from
    lit., with verbs of motion
    α. down from πίπτειν ἀ. τραπέζης Mt 15:27. καθεῖλεν δυνάστας ἀ. θρόνων God has dethroned rulers Lk 1:52.
    β. from ἔρχεσθαι ἀ. θεοῦ J 3:2; cp. 13:3; 16:30. παραγίνεται ἀ. τῆς Γαλιλαίας Mt 3:13; ἀ. ἀνατολῶν ἥξουσιν 8:11 (Is 49:12; 59:19); ἀ. τοῦ ἱεροῦ ἐπορεύετο 24:1; ἀ. Παμφυλίας Ac 15:38. ἐγείρεσθαι ἀ. τ. νεκρῶν be raised from the dead Mt 14:2.
    lit., to indicate someone’s local origin from (Hom. et al.; Soph., El. 701; Hdt. 8, 114; ins [RevArch 4 sér. IV 1904 p. 9 ἀπὸ Θεσσαλονίκης]; pap [HBraunert, Binnenwanderung ’64, 384, s.v.; PFlor 14, 2; 15, 5; 17, 4; 22, 13 al.]; Judg 12:8; 13:2; 17:1 [all three acc. to B]; 2 Km 23:20 al.; Jos., Bell. 3, 422, Vi. 217; Just., A I, 1 τῶν ἀπὸ Φλαουί̈ας Νέας πόλεως; s. B-D-F §209, 3; Rob. 578) ἦν ἀ. Βηθσαϊδά he was from B. J 1:44; cp. 12:21. ὄχλοι ἀ. τῆς Γαλιλαίας crowds fr. Galilee Mt 4:25. ἄνδρες ἀ. παντὸς ἔθνους Ac 2:5. ἀνὴρ ἀ. τοῦ ὄχλου a man fr. the crowd Lk 9:38. ὁ προφήτης ὁ ἀ. Ναζαρέθ Mt 21:11. οἱ ἀ. Κιλικίας the Cilicians Ac 6:9. οἱ ἀδελφοὶ οἱ ἀ. Ἰόππης 10:23 (Musaeus 153 παρθένος ἀπʼ Ἀρκαδίας; Just., A I, 58, 1 Μακρίωνα … τὸν ἀπὸ Πόντου). οἱ ἀ. Θεσσαλονίκης Ἰουδαῖοι 17:13. οἱ ἀ. τῆς Ἰταλίας the Italians Hb 13:24, who could be inside as well as outside Italy (cp. Dssm., Her. 33, 1898, 344, LO 167, 1 [LAE 200, 3]; Mlt. 237; B-D-F §437).—Rather denoting close association οἱ ἀ. τῆς ἐκκλησίας members of the church Ac 12:1; likew. 15:5 (cp. Plut., Cato Min. 4, 2 οἱ ἀπὸ τ. στοᾶς φιλόσοφοι; Ps.-Demetr. c. 68 οἱ ἀπʼ αὐτοῦ=his [Isocrates’] pupils; Synes., Ep. 4 p. 162b; 66 p. 206c; PTebt 33, 3 [112 B.C.], Ῥωμαῖος τῶν ἀπὸ συγκλήτου; Ar. 15, 1 Χριστιανοὶ γενεαλογοῦνται ἀπὸ … Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ath.).—To indicate origin in the sense of material fr. which someth. is made (Hdt. 7, 65; Theocr. 15, 117; IPriene 117, 72 ἀπὸ χρυσοῦ; 1 Esdr 8:56; Sir 43:20 v.l.) ἔνδυμα ἀ. τριχῶν καμήλου clothing made of camel’s hair Mt 3:4.
    fig., w. verbs of asking, desiring, to denote the pers. of or from whom a thing is asked (Ar. 11, 3): δανίσασθαι ἀπό τινος borrow fr. someone Mt 5:42. ἐκζητεῖν ἀ. τῆς γενεᾶς ταύτης Lk 11:51. ἀπαιτεῖν τι ἀπό τινος Lk 12:20. ζητεῖν τι ἀπό τινος 1 Th 2:6. λαμβάνειν τι ἀπό τινος Mt 17:25f; 3J 7.
    fig., w. verbs of perceiving, to indicate source of the perception (Lysias, Andoc. 6; Ps.-Aristot., De Mundo 6, 399b ἀπʼ αὐτῶν τῶν ἔργων θεωρεῖται ὁ θεός; Appian, Liby. 104 §493 ἀπὸ τῆς σφραγῖδος=[recognize a corpse] by the seal-ring; Demetr.: 722 Fgm. 2, 1 στοχάζεσθαι ἀπὸ τῶν ὀνομάτων; Just., D. 60, 1 τοῦτο νοοῦμεν ἀπὸ τῶν λόγων τῶν προλελεγμένων; 100, 2 ἀπὸ τῶν γραφῶν): ἀ. τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς by their fruits you will know them Mt 7:16, 20. μανθάνειν παραβολὴν ἀ. τῆς συκῆς learn a lesson from the fig tree 24:32; Mk 13:28. ἀπὸ τῶν σπερμάτων μὴ ποιεῖσθαι τὴν παραβολήν if we are not to derive our parable solely from reference to seeds (cp. 1 Cor 15:37) AcPlCor 2:28.—Also μανθάνειν τι ἀπό τινος learn someth. fr. someone Gal 3:2; Col 1:7.
    γράψαι ἀφʼ ὧν ἠδυνήθην, lit., write from what I was able, i.e. as well as I could B 21:9 (cp. Tat. 12, 5 οὐκ ἀπὸ γλώττης οὐδὲ ἀπὸ τῶν εἰκότων οὐδὲ ἀπʼ ἐννοιῶν etc.).
    to indicate distance fr. a point, away from, for μακρὰν ἀ. τινος far fr. someone, ἀπὸ μακρόθεν fr. a great distance s. μακράν, μακρόθεν. ἀπέχειν ἀπό τινος s. ἀπέχω 4. W. detailed measurements (corresp. to Lat. ‘a’, s. B-D-F §161, 1; Rob. 575; WSchulze, Graeca Latina 1901, 15ff; Hdb. on J 11:18; Appian, Bell. Civ. 3, 12 §42; CB I/2, 390 no. 248) ἦν Βηθανία ἐγγὺς τῶν Ἱεροσολύμων ὡς ἀπὸ σταδίων δεκατέντε Bethany was near Jerusalem, about 15 stades (less than 3 km.) away J 11:18. ὡς ἀπὸ πηχῶν διακοσίων about 200 cubits (c. 90 meters) 21:8. ἀπὸ σταδίων χιλίων ἑξακοσίων about 1600 stades (c. 320 km.) Rv 14:20; cp. Hv 4, 1, 5 (for other examples of this usage, s. Rydbeck 68).—Hebraistically ἀπὸ προσώπου τινός (Gen 16:6; Jer 4:26; Jdth 2:14; Sir 21:2; 1 Macc 5:34; En 103:4; Just., A I, 37, 1 ἀπὸ προσώπου τοῦ πατρὸς ἐλέχθησαν διὰ Ἠσαίου … οἵδε οἱ λόγοι ‘in the name of the father … through Isaiah’; 38, 1 al.)=מִפְּנֵי פ׳ ( away) from the presence of someone 2 Th 1:9 (Is 2:10, 19, 21); Rv 12:14 (B-D-F §140; 217, 1; Mlt-H. 466).
    to indicate cause, means, or outcome
    gener., to show the reason for someth. because of, as a result of, for (numerous ref. in FBleek on Hb 5:7; PFay 111, 4; POxy 3314, 7 [from falling off a horse]; Jdth 2:20; 4 [6] Esdr [POxy 1010]; AscIs 3:13; Jos., Ant. 9, 56) οὐκ ἠδύνατο ἀ. τοῦ ὄχλου he could not because of the crowd Lk 19:3; cp. Mk 2:4 D. οὐκ ἐνέβλεπον ἀπὸ τῆς δόξης τοῦ φωτός I could not see because of the brilliance of the light Ac 22:11. ἀ. τοῦ πλήθους τ. ἰχθύων J 21:6 (M-EBoismard, ad loc.: s. 1f end). ἀ. τοῦ ὕδατος for the water Hs 8, 2, 8. ἀ. τῆς θλίψεως because of the persecution Ac 11:19. οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀ. τ. σκανδάλων Mt 18:7 (s. B-D-F §176, 1; Mlt. 246). εἰσακουσθεὶς ἀ. τῆς εὐλαβείας heard because of his piety Hb 5:7 (but the text may be corrupt; at any rate it is obscure and variously interpr.; besides the comm. s. KRomaniuk, Die Gottesfürchtigen im NT: Aegyptus 44, ’64, 84; B-D-F §211; Rob. 580; s. on εὐλάβεια).
    to indicate means with the help of, with (Hdt. et al.; Ael. Aristid. 37, 23 K.=2 p. 25 D.; PGM 4, 2128f σφράγιζε ἀπὸ ῥύπου=seal with dirt; En 97:8) γεμίσαι τὴν κοιλίαν ἀ. τ. κερατίων fill one’s stomach w. the husks Lk 15:16 v.l. (s. ἐκ 4aζ; cp. Pr 18:20). οἱ πλουτήσαντες ἀπʼ αὐτῆς Rv 18:15 (cp. Sir 11:18).
    to indicate motive or reason for, from, with (Appian, Bell. Civ. 5, 13 §52 ἀπʼ εὐνοίας=with goodwill; 1 Macc 6:10; pap exx. in Kuhring 35) κοιμᾶσθαι ἀ. τῆς λύπης sleep from sorrow Lk 22:45. ἀ. τῆς χαρᾶς αὐτοῦ Mt 13:44; cp. Lk 24:41; Ac 12:14. ἀ. τοῦ φόβου κράζειν Mt 14:26, ἀ. φόβου καὶ προσδοκίας with fear and expectation Lk 21:26. Hence verbs of fearing, etc., take ἀ. to show the cause of the fear (s. above 1c) μὴ φοβεῖσθαι ἀ. τ. ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα not be afraid of those who kill only the body Mt 10:28; Lk 12:4 (cp. Jdth 5:23; 1 Macc 2:62; 3:22; 8:12; En 106:4).
    to indicate the originator of the action denoted by the verb from (Trag., Hdt. et al.) ἀ. σοῦ σημεῖον ἰδεῖν Mt 12:38. γινώσκειν ἀπό τινος learn fr. someone Mk 15:45. ἀκούειν ἀ. τοῦ στόματός τινος hear fr. someone’s mouth, i.e. fr. him personally Lk 22:71 (Dionys. Hal. 3, 8 ἀ. στόματος ἤκουσεν); cp. Ac 9:13; 1J 1:5. τὴν ἀ. σοῦ ἐπαγγελίαν a promise given by you Ac 23:21 (cp. Ath. 2, 3 ταῖς ἀπὸ τῶν κατηγόρων αἰτίαις ‘the charges made by the accusers’). ἀφʼ ἑνὸς ἐγενήθησαν Hb 11:12. Prob. παραλαμβάνειν ἀ. τοῦ κυρίου 1 Cor 11:23 is to be understood in the same way: Paul is convinced that he is taught by the Lord himself (for direct teaching s. EBröse, Die Präp. ἀπό 1 Cor 11:23: StKr 71, 1898, 351–60; Dssm.; BWeiss; Ltzm.; H-DWendland. But for indirect communication: Zahn et al.). παραλαβὼν ἀπὸ τῶν θυγατέρων Φιλίππου, ὅτι Papias (11:2); opp. παρειληφέναι ὑπὸ τῶν θ. Φ. (2:9).—Of the more remote cause ἀπʼ ἀνθρώπων from human beings (as opposed to transcendent revelation; w. διʼ ἀνθρώπου; cp. Artem. 1, 73 p. 66, 11 ἀπὸ γυναικῶν ἢ διὰ γυναικῶν; 2, 36 p. 135, 26) Gal 1:1. ἀ. κυρίου πνεύματος fr. the Lord, who is the Spirit 2 Cor 3:18. ἔχειν τι ἀπό τινος have (received) someth. fr. someone 1 Cor 6:19; 1 Ti 3:7; 1J 2:20; 4:21.—In salutation formulas εἰρήνη ἀ. θεοῦ πατρός ἡμῶν peace that comes from God, our father Ro 1:7; 1 Cor 1:3; 2 Cor 1:2; Gal 1:3; Eph 1:2; cp. 6:23; Phil 1:2; Col 1:2; 1 Th 1:1 v.l.; 2 Th 1:2; 1 Ti 1:2; 2 Ti 1:2; Tit 1:4; Phlm 3. σοφία ἀ. θεοῦ wisdom that comes fr. God 1 Cor 1:30. ἔπαινος ἀ. θεοῦ praise fr. God 4:5. καὶ τοῦτο ἀ. θεοῦ and that brought about by God Phil 1:28. The expr. εἰρήνη ἀπὸ ‘ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος’ Rv 1:4 is quite extraordinary. It may be an interpretation of the name Yahweh already current, or an attempt to show reverence for the divine name by preserving it unchanged, or simply one more of the grammatical peculiarities so frequent in Rv (Meyer6-Bousset 1906, 159ff; Mlt. 9, note 1; cp. PParis 51, 33 ἀπὸ ἀπηλιότης; Mussies 93f, 328).
    to indicate responsible agents for someth., from, of
    α. the self, st. Gk. usage (Thu. 5, 60, 1; X., Mem. 2, 10, 3; Andoc., Orat. 2, 4 οὗτοι οὐκ ἀφʼ αὑτῶν ταῦτα πράττουσιν; Diod S 17, 56; Num 16:28; 4 Macc 11:3; En 98:4; TestAbr A 15 p. 95, 26 [Stone p. 38]; 18 p. 101, 6 [Stone p. 50]; Just., A I, 43, 8) the expr. ἀφʼ ἑαυτοῦ (pl. ἀφʼ ἑαυτῶν) of himself and ἀπʼ ἐμαυτοῦ of myself are common Lk 12:57; 21:30; 2 Cor 3:5, esp. so in J: 5:19, 30; 8:28; 10:18; 15:4.—7:17f; 11:51; 14:10; 16:13; 18:34. So also ἀπʼ ἐμαυτοῦ οὐκ ἐλήλυθα I did not come of myself (opp. the Father sent me) 7:28; 8:42.
    β. fr. others. W. verbs in the pass. voice or pass. mng. ὑπό is somet. replaced by ἀπό (in isolated cases in older Gk. e.g. Thu. 1, 17 et al. [Kühner-G. II/1 p. 457f]; freq. in later Gk.: Polyb. 1, 79, 14; Hero I 152, 6; 388, 11; Nicol. Dam.: 90 Fgm. 130, 130 Jac.; IG XII/5, 29, 1; SIG 820, 9; PLond III, 1173, 12 p. 208; BGU 1185, 26; PFlor 150, 6 ἀ. τῶν μυῶν κατεσθιόμενα; PGM 4, 256; Kuhring 36f; 1 Macc 15:17; Sir 16:4; ParJer 1:1 ᾐχμαλωτεύθησαν … ἀπὸ τοῦ βασιλέως; Philo, Leg. All. 3, 62; Just., A I, 68, 6 ἐπιστολὴν … γραφεῖσάν μοι ἀπὸ Σερήνου, D. 121, 3 ἀπὸ παντὸς [γένους] μετάνοιαν πεποιῆσθαι. See B-D-F §210; Rob. 820; GHatzidakis, Einl. in d. neugriech. Gramm. 1892, 211; AJannaris, An Histor. Gk. Grammar 1897, §1507). Yet just at this point the textual tradition varies considerably, and the choice of prep. is prob. at times influenced by the wish to express special nuances of mng. Lk 8:29b v.l. (ὑπό text); 43b (ὑπό v.l.); 10:22 D; ἀποδεδειγμένος ἀ. τ. θεοῦ attested by God Ac 2:22. ἐπικληθεὶς Βαρναβᾶς ἀ. (ὑπό v.l.) τ. ἀποστόλων named B. by the apostles 4:36. κατενεχθεὶς ἀ. τοῦ ὕπνου overcome by sleep 20:9. ἀθετούμενος ἀπὸ τῶν παραχαρασσόντων τὰ λόγια αὐτοῦ inasmuch as (Jesus) is being rejected by those who falsify his words AcPlCor 2:3. νεκροῦ βληθέντος ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπʼ αὐτά when a corpse was cast upon them (the bones of Elisha) 2:32. In such cases ἀπό freq. denotes the one who indirectly originates an action, and can be transl. at the hands of, by command of: πολλὰ παθεῖν ἀ. τ. πρεσβυτέρων suffer much at the hands of the elders Mt 16:21; cp. Lk 9:22; 17:25, where the emphasis is to be placed on παθεῖν, not on ἀποδοκιμασθῆναι. In ἀ. θεοῦ πειράζομαι the thought is that the temptation is caused by God, though not actually carried out by God Js 1:13. ἡτοιμασμένος ἀ. τοῦ θεοῦ prepared by God’s command, not by God in person Rv 12:6.
    In a few expr. ἀπό helps to take the place of an adverb. ἀπὸ μέρους, s. μέρος 1c.—ἡμέρᾳ ἀφʼ ἡμέρας day by day GJs 12:3.—ἀπὸ μιᾶς (acc. to Wlh., Einl.2 26, an Aramaism, min ḥădā˒=at once [s. MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 113]; but this does not explain the fem. gender, found also in the formulaic ἐπὶ μιᾶς Maxim. Tyr. 6, 3f En 99:9 [s. SAalen, NTS 13, ’67, 3] and in Mod. Gk. μὲ μιᾶς at once [Thumb §162 note 2]. PSI 286, 22 uses ἀπὸ μιᾶς of a payment made ‘at once’; on the phrase s. New Docs 2, 189. Orig. γνώμης might have been a part of the expr. [Philo, Spec. Leg. 3, 73], or ὁρμῆς [Thu. 7, 71, 6], or γλώσσης [Cass. Dio 44, 36, 2], or φωνῆς [Herodian 1, 4, 8]; cp. ἀπὸ μιᾶς φωνῆς Plut., Mor. 502d of an echo; s. B-D-F §241, 6) unanimously, alike, in concert Lk 14:18. Sim. ἀπὸ τ. καρδιῶν fr. (your) hearts, sincerely Mt 18:35.—Himerius, Or. 39 [=Or. 5], 6 has as a formula διὰ μιᾶς, probably = continuously, uninterruptedly, Or. 44 [=Or. 8], 2 fuller διὰ μιᾶς τῆς σπουδῆς=with one and the same, or with quite similar zeal.—M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἀπό

  • 3 ἐκ

    ἐκ, before vowels ἐξ, prep. w. gen. (Hom.+; s. lit. s.v. ἀνά and εἰς beg.)
    marker denoting separation, from, out of, away from
    w. the place or thing fr. which separation takes place. Hence esp. w. verbs of motion ἀναβαίνω, ἀναλύω, ἀνίστημι, ἐγείρομαι, εἰσέρχομαι, ἐκβάλλω, ἐκπορεύομαι, ἐξέρχομαι, ἔρχομαι, ἥκω, καταβαίνω, μεταβαίνω, ῥύομαι, συνάγω, φεύγω; s. these entries. καλεῖν ἐξ Αἰγύπτου Mt 2:15 (Hos 11:1); ἐκ σκότους 1 Pt 2:9. αἴρειν ἐκ τ. κόσμου J 17:15. ἐξαλείφειν ἐκ τῆς βίβλου Rv 3:5 (Ex 32:32f; Ps 68:29). ἀποκυλίειν τ. λίθον ἐκ τ. θύρας Mk 16:3; cp. J 20:1; Rv 6:14; σῴζειν ἐκ γῆς Αἰγ. Jd 5; διασῴζειν ἐκ τ. θαλάσσης Ac 28:4. παραγίνεσθαι ἐξ ὁδοῦ arrive on a journey (lit. from, i.e. interrupting a journey) Lk 11:6; fig. ἐπιστρέφειν ἐξ ὁδοῦ bring back fr. the way Js 5:20; cp. 2 Pt 2:21. ἐκ τῆς χειρός τινος (Hebraistically מִיַּד פּ׳, oft. LXX; s. B-D-F §217, 2; Rob. 649) from someone’s power ἐξέρχεσθαι J 10:39; ἁρπάζειν 10:28f (cp. Plut., Ages. 615 [34, 6] ἐκ τῶν χειρῶν τῶν Ἐπαμινώνδου τ. πόλιν ἐξαρπάσας; JosAs 12:8 ἅρπασόν με ἐκ χειρὸς τοῦ ἐχθροῦ); ἐξαιρεῖσθαι Ac 12:11 (cp. Aeschin. 3, 256 ἐκ τ. χειρῶν ἐξελέσθαι τῶν Φιλίππου; Sir 4:9; Bar 4:18, 21 al.); ῥύεσθαι Lk 1:74; cp. vs. 71 (Ps 105:10; Wsd 2:18; JosAs 12:10); εἰρυσταί σε κύριος ἐκ χειρὸς ἀνόμου AcPlCor 1:8 (cp. ἐκ τούτων ἄπαντων PsSol 13:4).—After πίνειν, of the object fr. which one drinks (X., Cyr. 5, 3, 3): ἐκ τ. ποτηρίου Mt 26:27; Mk 14:23; 1 Cor 11:28; cp. 10:4; J 4:12. Sim. φαγεῖν ἐκ τ. θυσιαστηρίου Hb 13:10.
    w. a group or company fr. which separation or dissociation takes place (Hyperid. 6, 17 and Lucian, Cyn. 13 ἐξ ἀνθρώπων) ἐξολεθρεύειν ἐκ τοῦ λαοῦ Ac 3:23 (Ex 30:33; Lev 23:29). συμβιβάζειν ἐκ τ. ὄχλου 19:33; ἐκλέγειν ἐκ τ. κόσμου J 15:19; cp. Mt 13:41, 47; Ac 1:24; 15:22; Ro 9:24. For ἐκ freq. ἐκ μέσου Mt 13:49; Ac 17:33; 23:10; 1 Cor 5:2; 2 Cor 6:17 (cp. Ex 31:14).—ἀνιστάναι τινὰ ἔκ τινων Ac 3:22 (Dt 18:15); ἐκ νεκρῶν 17:31. ἐγείρειν τινὰ ἐκ νεκρῶν J 12:1, 9, 17; Ac 3:15; 4:10; 13:30; Hb 11:19; AcPlCor 2:6; ἀνίστασθαι ἐκ νεκρῶν Ac 10:41; 17:3; ἀνάστασις ἐκ νεκρ. Lk 20:35; 1 Pt 1:3; cp. Ro 10:7. Also s. ἠρεμέω.
    of situations and circumstances out of which someone is brought, from: ἐξαγοράζειν ἔκ τινος redeem fr. someth. Gal 3:13; also λυτροῦν (cp. Sir 51:2) 1 Pt 1:18; σῴζειν ἔκ τινος save fr. someth. J 12:27; Hb 5:7; Js 5:20 (Od. 4, 753; MLetronne, Recueil des Inscr. 1842/8, 190; 198 σωθεὶς ἐκ; SIG 1130, 1f; UPZ 60:6f [s. διασῴζω]; PVat A, 7 [168 B.C.]=Witkowski 36, 7 διασεσῶσθαι ἐκ μεγάλων κινδύνων; Sir 51:11; EpJer 49; JosAs 4:8 ἐκ τοῦ … λιμοῦ); ἐξαιρεῖσθαι Ac 7:10 (cp. Wsd 10:1; Sir 29:12). τηρεῖν ἔκ τινος keep from someth. Rv 3:10; μεταβαίνειν ἔκ τινος εἴς τι J 5:24; 1J 3:14; μετανοεῖν ἔκ τινος repent and turn away fr. someth. Rv 2:21f; 9:20f; 16:11. ἀναπαύεσθαι ἐκ τ. κόπων rest fr. one’s labors 14:13. ἐγείρεσθαι ἐξ ὕπνου wake fr. sleep (Epict. 2, 20, 15; Sir 22:9; cp. ParJer 5:2 οὐκ ἐξυπνίσθη ἐκ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ) Ro 13:11. ζωὴ ἐκ νεκρῶν 11:15. ζῶντες ἐκ νεκρῶν people who have risen fr. death to life 6:13 (cp. Soph., Oed. R. 454; X., An. 7, 7, 28; Demosth. 18, 131 ἐλεύθερος ἐκ δούλου καὶ πλούσιος ἐκ πτωχοῦ γεγονώς; Palaeph. 3, 2). S. ἀνάστασις 2b.
    of pers. and things with whom a connection is severed or is to remain severed: τηρεῖν αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ keep them fr. the evil one J 17:15; cp. Ac 15:29. Pregnant constr.: ἀνανήφειν ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος 2 Ti 2:26. νικᾶν ἔκ τινος free oneself from … by victory Rv 15:2 (for possible Latinism s. reff. to Livy and Velleius Paterculus in OLD s.v. ‘victoria’; but s. also RCharles, ICC Rv II, 33). ἐλεύθερος ἐκ 1 Cor 9:19 (cp. Eur., Herc. Fur. 1010 ἐλευθεροῦντες ἐκ δρασμῶν πόδα ‘freeing our feet from flight’ [=we recovered from our flight]). καθαρός εἰμι ἐγὼ ἐξ αὐτῆς I practiced abstinence with her GJs 15:4.
    marker denoting the direction fr. which someth. comes, from καταβαίνειν ἐκ τοῦ ὄρους (Il. 13, 17; X., An. 7, 4, 12; Ex 19:14; 32:1 al.; JosAs 4:1 ἐκ τοῦ ὑπερῴου) Mt 17:9. θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται Lk 21:18. ἐκπίπτειν ἐκ τ. χειρῶν Ac 12:7. διδάσκειν ἐκ τοῦ πλοίου Lk 5:3. ἐκ τῆς βάτου χρηματισμοῦ διδομένου 1 Cl 17:5 (cp. Just., A I, 62:3). ἐκ τῆς πρύμνης ῥίψαντες τὰς ἀγκύρας Ac 27:29. κρέμασθαι ἔκ τινος (Hom. et al.; 1 Macc 1:61; 2 Macc 6:10; Jos., Ant. 14, 107) 28:4. ἐκ ῥιζῶν to (lit. from) its roots (Job 28:9; 31:12) Mk 11:20; B 12:9.—Since the Greek feeling concerning the relation betw. things in this case differed fr. ours, ἐκ could answer the question ‘where?’ (cp. Soph., Phil. 20; Synes., Ep. 131 p. 267a ἐκ τῆς ἑτέρας μερίδος=on the other side; BGU 975, 11; 15 [45 A.D.]; PGM 36, 239; LXX; JosAs 16:12 εἱστήκει … ἐξ εὐωνύμων; 22:7) ἐκ δεξιῶν at (on) the right (δεξιός 1b) Mt 20:21, 23; 22:44 (Ps 109:1); 25:33; Lk 1:11; Ac 2:25 (Ps 15:8), 34 (Ps 109:1); 7:55f; B 11:10. ἐξ ἐναντίας opposite Mk 15:39 (Hdt. 8, 6, 2; Thu. 4, 33, 1; Mitt-Wilck. I/2, 461, 6; Sir 37:9; Wsd 4:20 al.); ὁ ἐξ ἐναντίας the opponent (Sext. Emp., Adv. Phys. 1, 66 [=Adv. Math. 9, 66]; 2, 69 [=Adv. Math. 10, 69], Adv. Eth. 1, 25; Bias in Diog. L. 1, 84) Tit 2:8.—ἐκ τοῦ κατωτάτου ᾅδου … προσευχομένου Ἰωνᾶ AcPlCor 2:30.
    marker denoting origin, cause, motive, reason, from, of
    in expr. which have to do w. begetting and birth from, of, by: ἐκ introduces the role of the male (Ps.-Callisth. 1, 9 ἐκ θεοῦ ἔστι; JosAs 21:8 συνέλαβεν Ἀσενὲθ ἐκ τοῦ Ἰωσήφ; Tat. 33, 3 συλλαμβάνουσιν ἐκ φθορέως; Ath. 22, 4 ἐκ τοῦ Κρόνου; SIG 1163, 3; 1169, 63; OGI 383, 3; 5 [I B.C.]) ἐν γαστρὶ ἔχειν ἔκ τινος Mt 1:18. κοίτην ἔχειν ἔκ τινος Ro 9:10; also of the female (SIG 1160, 3; PEleph 1, 9 [311/10 B.C.] τεκνοποιεῖσθαι ἐξ ἄλλης γυναικός; PFay 28, 9 γεννᾶσθαι ἐκ; Demetr.: 722 Fgm. 1, 14 Jac.; Jos., Ant. 1, 191; Ath. 20, 3 ἐξ ἧς παῖς Διόνυσος αὐτῷ) γεννᾶν τινα ἐκ beget someone by (a woman; s. γεννάω 1a) Mt 1:3, 5, etc. ἐκ Μαρίας ἐγεννῄθη AcPlCor 1:14; 2:5; γίνεσθαι ἐκ γυναικός (Jos., Ant. 11, 152; Ar. 9, 7) Gal 4:4; cp. vs. 22f.—γεννᾶσθαι ἐξ αἱμάτων κτλ. J 1:13; ἐκ τ. σαρκός 3:6; ἐκ πορνείας 8:41. ἐγείρειν τινὶ τέκνα ἐκ Mt 3:9; Lk 3:8. (τὶς) ἐκ καρποῦ τ. ὀσφύος αὐτοῦ Ac 2:30 (Ps 131:11). γεννᾶσθαι ἐκ τ. θεοῦ J 1:13; 1J 3:9; 4:7; 5:1, 4, 18 (Just., A I, 22, 2); ἐκ τ. πνεύματος J 3:6 (opp. ἐκ τ. σαρκός). εἶναι ἐκ τοῦ θεοῦ (Menand., Sam. 602 S. [257 Kö.]) J 8:47; 1J 4:4, 6; 5:19; opp. εἶναι ἐκ τ. διαβόλου J 8:44; 1J 3:8 (cp. OGI 90, 10 of Ptolemaeus Epiphanes ὑπάρχων θεὸς ἐκ θεοῦ κ. θεᾶς).
    to denote origin as to family, race, city, people, district, etc.: ἐκ Ναζαρέτ J 1:46. ἐκ πόλεως vs. 44. ἐξ οἴκου Lk 1:27; 2:4. ἐκ γένους (Jos., Ant. 11, 136) Phil 3:5; Ac 4:6. ἐκ φυλῆς (Jos., Ant. 6, 45; 49; PTebt I, 26, 15) Lk 2:36; Ac 13:21; 15:23; Ro 11:1. Ἑβρ. ἐξ Ἑβραίων a Hebrew, the son of Hebrews Phil 3:5 (Goodsp., Probs., 175f; on the connotation of ancestral ἀρετή Phil 3:5 cp. New Docs VII 233, no. 10, 5). ἐκ σπέρματός τινος J 7:42; Ro 1:3; 11:1. ἐξ ἐθνῶν Ac 15:23; cp. Gal 2:15. Cp. Lk 23:7; Ac 23:34. ἐκ τ. γῆς J 3:31. For this ἐκ τῶν κάτω J 8:23 (opp. ἐκ τ. ἄνω). ἐκ (τούτου) τ. κόσμου 15:19ab; 17:14; 1J 2:16; 4:5. ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων Mt 21:25; Mk 11:30.—To express a part of the whole, subst.: οἱ ἐξ Ἰσραήλ the Israelites Ro 9:6. οἱ ἐξ ἐριθείας selfish, factious people 2:8. οἱ ἐκ νόμου partisans of the law 4:14; cp. vs. 16. οἱ ἐκ πίστεως those who have faith Gal 3:7, 9; cp. the sg. Ro 3:26; 4:16. οἱ ἐκ περιτομῆς the circumcision party Ac 11:2; Ro 4:12; Gal 2:12. οἱ ἐκ τῆς περιτομῆς Tit 1:10. For this οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς Col 4:11. οἱ ἐκ τ. συναγωγῆς members of the synagogue Ac 6:9. οἱ ἐκ τῶν Ἀριστοβούλου Ro 16:10f. οἱ ἐκ τῆς Καίσαρος οἰκίας Phil 4:22 (s. Καῖσαρ and οἰκία 3). In these cases the idea of belonging, the partisan use, often completely overshadows that of origin; cp. Dg 6:3.
    to denote derivation (Maximus Tyr. 13, 3f φῶς ἐκ πυρός; Ath. 18:3 γένεσιν … ἐξ ὕδατος) καπνὸς ἐκ τ. δόξης τ. θεοῦ Rv 15:8 (cp. EpJer 20 καπνὸς ἐκ τ. οἰκίας). ἡ σωτηρία ἐκ τ. Ἰουδαίων ἐστίν J 4:22. εἶναι ἔκ τινος come, derive from someone or someth. (Jos., Ant. 7, 209) Mt 5:37; J 7:17, 22; 1J 2:16, 21; εἶναι is oft. to be supplied Ro 2:29; 11:36; 1 Cor 8:6 ( Plut., Mor. 1001c); 11:12; 2 Cor 4:7; Gal 5:8. ἔργα ἐκ τοῦ πατρός J 10:32. οἰκοδομὴ ἐκ θεοῦ 2 Cor 5:1; χάρισμα 1 Cor 7:7; δικαιοσύνη Phil 3:9. φωνὴ ἐκ τ. στόματος αὐτοῦ Ac 22:14. Here belongs the constr. w. ἐκ for the subj. gen., as in ἡ ἐξ ὑμῶν (v.l.) ἀγάπη 2 Cor 8:7; ὁ ἐξ ὑμῶν ζῆλος 9:2 v.l.; Rv 2:9 (cp. Vett. Val. 51, 16; CIG II 3459, 11 τῇ ἐξ ἑαυτῆς κοσμιότητι; pap. [Rossberg 14f]; 1 Macc 11:33 χάριν τῆς ἐξ αὐτῶν εὐνοίας; 2 Macc 6:26). ἐγένετο ζήτησις ἐκ τ. μαθητῶν Ἰωάννου there arose a discussion on the part of John’s disciples J 3:25 (Dionys. Hal. 8, 89, 4 ζήτησις πολλὴ ἐκ πάντων ἐγένετο; Appian, Bell. Civ. 2, 24 §91 σφαγή τις ἐκ τῶν στρατιωτῶν ἐγένετο).
    of the effective cause by, because of (cp. the ‘perfectivizing’ force of ἐκ and other prepositions in compounds, e.g. Mt 4:7; Mk 9:15. B-D-F §318, 5)
    α. personal in nature, referring to originator (X., An. 1, 1, 6; Diod S 19, 1, 4 [saying of Solon]; Arrian, Anab. 3, 1, 2; 4, 13, 6 of an inspired woman κατεχομένη ἐκ τοῦ θείου; Achilles Tat. 5, 27, 2; SibOr 3, 395; Just.: A I, 12, 5 ἐκ δαιμόνων φαύλων … καὶ ταῦτα … ἐνεργεῖσθαι, also D. 18, 3; Nicetas Eugen. 7, 85 H. ἐκ θεῶν σεσωσμένη; Ps.-Clem., Hom. p. 7, 19 Lag. τὸν ἐκ θεοῦ σοι ἀποδιδόμενον μισθόν): ὠφελεῖσθαι ἔκ τινος Mt 15:5; Mk 7:11. ζημιοῦσθαι 2 Cor 7:9. λυπεῖσθαι 2:2. εὐχαριστεῖσθαι 1:11. ἀδικεῖσθαι Rv 2:11. ἐξ ἐμαυτοῦ οὐκ ἐλάλησα J 12:49 (cp. Soph., El. 344 οὐδὲν ἐξ σαυτῆς λέγεις).
    β. impersonal in nature (Arrian, Anab. 3, 21, 10 ἀποθνῄσκειν ἐκ τ. τραυμάτων; 6, 25, 4; JosAs 29:8 ἐκ τοῦ τραύματος τοῦ λίθου; POxy 486, 32 τὰ ἐμὰ ἐκ τ. ἀναβάσεως τ. Νίλου ἀπολωλέναι): ἀποθανεῖν ἐκ τ. ὑδάτων Rv 8:11. πυροῦσθαι 3:18. σκοτοῦσθαι 9:2. φωτίζεσθαι 18:1. κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας J 4:6 (Aelian, VH 3, 23 ἐκ τοῦ πότου ἐκάθευδεν). ἔκαμον ἐκ τῆς ὁδοῦ GJs 15:1.
    of the reason which is a presupposition for someth.: by reason of, as a result of, because of (X., An. 2, 5, 5; Appian, Bell. Civ. 1, 42 §185 ἐκ προδοσίας; POxy 486, 28f ἐκ τῆς ἐπιστολῆς; Just., A I, 68, 3 ἐξ ἐπιστολῆς; numerous examples in Mayser II/2 p. 388; Philo, De Jos. 184 ἐκ διαβολῆς; Jos., Vi. 430; JosAs 11 παραλελυμένη … ἐκ τῆς πολλῆς ταπεινώσεως; Ar. 8, 6 ἐκ τούτων … τῶν ἐπιτηδευμάτων τῆς πλάνης; Just., A I, 4, 1 ἐκ τοῦ … ὀνόματος; also inf.: 33, 2 ἵνα … ἐκ τοῦ προειρῆσθαι πιστευθῇ 68, 3 al.): δικαιοῦσθαι ἔκ τινος Ro 4:2; Gal 2:16; 3:24; cp. Ro 3:20, 30 (cp. εἴ τις ἐκ γένους [δίκαι]ος=has the right of citizenship by descent [i.e. has the law on his side]: letter of MAurelius 34, ZPE 8, ’71, 170); οὐκ … ἡ ζωὴ αὐτοῦ ἐστιν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ he does not live because of his possessions Lk 12:15. ἐκ ταύτης τ. ἐργασίας Ac 19:25. ἐξ ἔργων λαβεῖν τὸ πνεῦμα Gal 3:2, 5; cp. Ro 11:6. ἐξ ἀναστάσεως λαβεῖν τ. νεκρούς Hb 11:35. ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας 2 Cor 13:4. τὸ ἐξ ὑμῶν as far as it depends on you Ro 12:18.—ἐκ τοῦ πόνου in anguish Rv 16:10; cp. vs. 11; 8:13.—ἐκ τούτου for this reason, therefore (SIG 1168, 47; 1169, 18; 44; 62f; BGU 423, 17=Mitt-Wilck. I/2, 480, 17) J 6:66; 19:12.
    Sim. ἐκ can introduce the means which one uses for a definite purpose, with, by means of (Polyaenus 3, 9, 62 ἐξ ἱμάντος=by means of a thong) ἐκ τοῦ μαμωνᾶ Lk 16:9 (X., An. 6, 4, 9; PTebt 5, 80 [118 B.C.] ἐκ τ. ἱερῶν προσόδων; ParJer 1:7 [of Jerusalem] ἐκ τῶν χειρῶν σου ἀφανισθήτω; Jos., Vi. 142 ἐκ τ. χρημάτων); cp. 8:3.
    of the source, fr. which someth. flows or comes:
    α. λαλεῖν ἐκ τ. ἰδίων J 8:44. ἐκ τοῦ περισσεύματος τ. καρδίας Mt 12:34. τὰ ἐκ τ. ἱεροῦ the food from the temple 1 Cor 9:13. ἐκ τ. εὐαγγελίου ζῆν get one’s living by proclaiming the gospel vs. 14.
    β. information, insight, etc. (X., An. 7, 7, 43 ἐκ τῶν ἔργων κατέμαθες; Just., A I, 28, 1 ἐκ τῶν ἡμετέρων συγγραμμάτων … μαθεῖν 34, 2 al.) κατηχεῖσθαι ἐκ Ro 2:18. ἀκούειν ἐκ J 12:34. γινώσκειν Mt 12:33; Lk 6:44; 1J 3:24; 4:6. ἐποπτεύειν 1 Pt 2:12. δεικνύναι Js 2:18 (cp. ἀποδεικνύναι Just., D. 33, 1).
    γ. of the inner life, etc., fr. which someth. proceeds (since Il. 9, 486): ἐκ καρδίας Ro 6:17; 1 Pt 1:22 v.l. (cp. Theocr. 29, 4; M. Ant. 3, 3). ἐκ ψυχῆς Eph 6:6; Col 3:23 (X., An. 7, 7, 43, Oec. 10, 4; Jos., Ant. 17, 177; 1 Macc 8:27). ἐκ καθαρᾶς καρδίας 1 Ti 1:5; 2 Ti 2:22; 1 Pt 1:22. ἐξ ὅλης τ. καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τ. ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τ. διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τ. ἰσχύος σου Mk 12:30; cp. Lk 10:27 (Dt 6:5; cp. Wsd 8:21; 4 Macc 7:18; Epict. 2, 23, 42 ἐξ ὅλης ψυχῆς). ἐκ πίστεως Ro 14:23; cp. 2 Cor 2:17. Also of circumstances which accompany an action without necessarily being the source of it: γράφειν ἐκ πολλῆς θλίψεως write out of great affliction 2 Cor 2:4; Phil 1:17.
    of the material out of which someth. is made (Hdt. 1, 194; Pla., Rep. 10, 616c; OGI 194, 28 [42 B.C.] a statue ἐκ σκληροῦ λίθου; PMagd 42, 5 [221 B.C.]=PEnteux 83, 5; POxy 707, 28; PGM 13, 659; Wsd 15:8; 1 Macc 10:11; Jdth 1:2; En 99:13; JosAs 3:9; Just., A I, 59, 1) of, from στέφανος ἐξ ἀκανθῶν Mt 27:29; J 19:2; cp. 2:15; 9:6; Ro 9:21; 1 Cor 15:47; Rv 18:12; 21:21; perh. also 1 Cor 11:12 ἡ γυνὴ ἐκ τοῦ ἀνδρός.
    of the underlying rule or principle according to, in accordance with (Hdt., Pla. et al. [Kühner-G. I 461g], also OGI 48, 12 [III B.C.] ἐκ τ. νόμων; PEleph 1, 12 [312/11 B.C.] ἐκ δίκης; PPetr III, 26, 9 ἐκ κρίσεως; LXX, e.g. 1 Macc 8:30; Jos., Ant. 6, 296 ἐκ κυνικῆς ἀσκήσεως πεποιημένος τὸν βίον) ἐκ τ. λόγων Mt 12:37 (cp. Wsd 2:20). ἐκ τ. στόματός σου κρινῶ σε by what you have said Lk 19:22 (cp. Sus 61 Theod.; also X., Cyr. 2, 2, 21 ἐκ τ. ἔργων κρίνεσθαι). ἐκ τῶν γεγραμμένων on the basis of things written Rv 20:12. ἐκ τ. καλοῦντος Ro 9:12. ἐκ τ. ἔχειν in accordance w. your ability 2 Cor 8:11. ἐξ ἰσότητος on the basis of equality vs. 13.
    marker used in periphrasis, from, of
    for the partitive gen. (B-D-F §164, 1 and 2; 169; Rob. 599; 1379).
    α. after words denoting number εἷς, μία, ἕν (Hdt. 2, 46, 2 ἐκ τούτων εἷς; POxy 117, 14ff [II/III A.D.] δύο … ἐξ ὧν … ἓν ἐξ αὐτῶν; Tob 12:15 BA; Sir 32:1; Jos., Bell. 7, 47; JosAs 20:2 ἐκ τῶν παρθένων μία Just., D. 126, 4) Mt 10:29; 18:12; 22:35; 27:48; Mk 9:17 al.; εἷς τις J 11:49; δύο Mk 16:12; Lk 24:13; J 1:35; 21:2. πέντε Mt 25:2. πολλοί (1 Macc 5:26; 9:69) J 6:60, 66; 7:31; 11:19, 45. οἱ πλείονες 1 Cor 15:6. οὐδείς (Epict. 1, 29, 37; 1 Macc 5:54; 4 Macc 14:4; Ar. 13, 6; Just., D. 16, 2) J 7:19; 16:5. χιλιάδες ἐκ πάσης φυλῆς Rv 7:4.
    β. after the indef. pron. (Plut., Galba 1065 [27, 2]; Herodian 5, 3, 9; 3 Macc 2:30; Jos., Vi. 279) Lk 11:15; J 6:64; 7:25, 44, 48; 9:16; 11:37, 46 al. Also after the interrog. pron. Mt 6:27; 21:31; Lk 11:5; 12:25; 14:28 al.
    γ. the partitive w. ἐκ as subj. (2 Km 11:17) εἶπαν ἐκ τ. μαθητῶν αὐτοῦ J 16:17.—Rv 11:9. As obj., pl. Mt 23:34; Lk 11:49; 21:16; 2J 4 (cp. Sir 33:12; Jdth 7:18; 10:17 al.).
    δ. used w. εἶναι belong to someone or someth. (Jos., Ant. 12, 399) καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ you also belong to them Mt 26:73; cp. Mk 14:69f; Lk 22:58; J 7:50; 10:26; Ac 21:8; cp. 2 Cl 18:1. οὐκ εἰμὶ ἐκ τ. σώματος I do not belong to the body 1 Cor 12:15f; cp. 2 Cl 14:1.
    ε. after verbs of supplying, receiving, consuming: ἐσθίειν ἔκ τινος (Tob 1:10; Sir 11:19; Jdth 12:2; JosAs 16:8) 1 Cor 9:7; 11:28; J 6:26, 50f; Rv 2:7. πίνειν Mt 26:29; Mk 14:25; J 4:13f; Rv 14:10; χορτάζειν ἔκ τινος gorge w. someth. 19:21 (s. ζ below); μετέχειν 1 Cor 10:17; λαμβάνειν (1 Esdr 6:31; Wsd 15:8) J 1:16; Rv 18:4; Hs 9, 24, 4. τὸ βρέφος … ἔλαβε μασθὸν ἐκ τῆς μητρὸς αὐτοῦ the child took its mother’s breast GJs 19:2; διδόναι (Tob 4:16; Ezk 16:17) Mt 25:8; 1J 4:13. διαδιδόναι (Tob 4:16 A) J 6:11.
    ζ. after verbs of filling: ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς was filled w. the fragrance J 12:3 cp. Rv 8:5. χορτασθῆναι ἔκ τινος to be satisfied to the full w. someth. Lk 15:16. γέμειν ἐξ ἁρπαγῆς be full of greed Mt 23:25.
    in periphrasis for the gen. of price or value for (Palaeph. 45; PFay 111, 16 [95/96 A.D.]; 119, 5 [c. 100 A.D.]; 131, 5; PLond II, 277, 9 p. 217 [23 A.D.]; BGU III, 916, 19 [I A.D.]; PAmh II, 133, 19 [II A.D.]; Jos., Ant. 14, 34; B-D-F §179) ἀγοράζειν τι ἔκ τινος Mt 27:7 (POxy 745, 2 [c. 1 A.D.] τ. οἶνον ἠγόρασας ἐκ δραχμῶν ἕξ; EpJer 24); cp. Ac 1:18; Mt 20:2.
    marker denoting temporal sequence, from
    of the time when someth. begins from, from … on, for, etc. ἐκ κοιλίας μητρός from birth (Ps 21:11; 70:6; Is 49:1) Mt 19:12 al.; also ἐκ γενετῆς J 9:1 (since Il. 24, 535; Od. 18, 6; s. also γενετή). ἐκ νεότητος (since Il. 14, 86; Ps 70:5; Sir 7:23; Wsd 8:2; 1 Macc 2:66; JosAs 17:4) Mk 10:20; Lk 18:21. ἐξ ἱκανῶν χρόνων for a long time 23:8. ἐκ πολλῶν χρόνων a long time before 1 Cl 42:5 (cp. Epict. 2, 16, 17 ἐκ πολλοῦ χρόνου. Cp. ἐκ πολλοῦ Thu. 1, 68, 3; 2, 88, 2; ἐξ ὀλίγων ἡμερῶν Lysias, Epitaph. 1). ἐκ γενεῶν ἀρχαίων Ac 15:21 (cp. X., Hell. 6, 1, 4 ἐκ πάντων προγόνων). ἐκ τ. αἰῶνος since the world began J 9:32 (cp. ἐξ αἰῶνος Sext. Emp., Adv. Math. 9, 76; Diod S 4, 83, 3; Aelian, VH 6, 13; 12, 64; OGI 669, 61; Sir 1:4; 1 Esdr 2:17, 21; Jos., Bell. 5, 442). ἐξ ἐτῶν ὀκτώ for eight years Ac 9:33; cp. 24:10. ἐξ ἀρχῆς (PTebt 40, 20 [117 B.C.]; Sir 15:14; 39:32; Jos., C. Ap. 1, 225; Ath. 8, 1) J 6:64. ἐκ παιδιόθεν fr. childhood Mk 9:21 (s. παιδιόθεν. Just., A I, 15, 6 ἐκ παίδων. On the use of ἐκ w. an adv. cp. ἐκ τότε POxy 486 [II A.D.]; ἐκ πρωίθεν 1 Macc 10:80).
    of temporal sequence
    α. ἡμέραν ἐξ ἡμέρας day after day 2 Pt 2:8; 2 Cl 11:2 (cp. Ps.-Eur., Rhes. 445; Henioch. Com. 5:13 K.; Theocr. 18, 35; Gen 39:10; Num 30:15; Sir 5:7; Esth 3:7; En 98:8; 103:10).
    β. ἐκ δευτέρου for the second time, again, s. δεύτερος 2. ἐκ τρίτου Mt 26:44 (ParJer 7:8; cp. PHolm 1, 32 ἐκ τετάρτου).
    various uses and units
    blending of constructions, cp. Rob. 599f: ἐκ for ἐν (Hdt., Thu. et al., s. Kühner-G. I 546f; LXX, e.g. Sus 26 Theod.; 1 Macc 11:41; 13:21; Jdth 15:5) ὁ πατὴρ ὁ ἐξ οὐρανοῦ δώσει Lk 11:13. μὴ καταβάτω ἆραι τὰ ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ Mt 24:17. τὴν ἐκ Λαοδικείας (ἐπιστολὴν) ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀναγνῶτε Col 4:16.
    like the OT use of מִן: ἔκρινεν ὁ θεὸς τὸ κρίμα ὑμῶν ἐξ αὐτῆς God has pronounced judgment for you against her Rv 18:20 (cp. Ps 118:84; Is 1:24; En 100:4; 104:3). ἐξεδίκησεν τὸ αἷμα τ. δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρὸς αὐτῆς 19:2, cp. 6:10 (both 4 Km 9:7).
    adv. expressions (Just., A I, 2, 1 ἐκ παντὸς τρόπου ‘in every way’): ἐξ ἀνάγκης (ἀνάγκη 1). ἐκ συμφώνου by mutual consent (BGU 446, 13=Mitt-Wilck. II/2, 257, 13; CPR I, 11, 14 al. in pap; cp. Dssm., NB 82f [BS 225]) 1 Cor 7:5. ἐκ λύπης reluctantly 2 Cor 9:7. ἐκ περισσοῦ extremely (Dio Chrys. 14 [31], 64; Lucian, Pro Merc. Cond. 13; Da 3:22 Theod.; Galen, CMG V/10/2/2 p. 284, 17 [-ττ]) Mk 6:51; 1 Th 5:13 v.l.; ἐκ μέτρου by measure = sparingly J 3:34. ἐκ μέρους (Galen, CMG V/10/2/2 p. 83, 24) part by part = as far as the parts are concerned, individually 1 Cor 12:27 (distributive; cp. PHolm 1, 7 ἐκ δραχμῶν Ϛ´=6 dr. each); mostly in contrast to ‘complete’, only in part 13:9 (BGU 538, 35; 574, 10; 887, 6; 17 al. in pap; EpArist 102). ἐξ ὀνόματος individually, personally, by name IEph 20:2; IPol 4:2; 8:2.
    ἐκ … εἰς w. the same word repeated gives it special emphasis (Plut., Galba 1058 [14, 2] ἐκ προδοσίας εἰς προδοσίαν; Ps 83:8) ἐκ πίστεως εἰς πίστιν Ro 1:17.—2 Cor 2:16 (twice).—The result and goal are thus indicated Ro 11:36; 1 Cor 8:6; Col 1:16. AFridrichsen, ConNeot 12, ’48, 54.—DELG s.v. ἐξ. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἐκ

  • 4 ἀπό

    1

    ἄπο O. 3.9

    , O. 1.13, P. 5.7, N. 3.8 84, I. 4.53, Πα. 20. 11, 13)
    1 prep. c. gen.
    a with a verb of motion, from

    Πίσα τᾶς ἄπο νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    Ἴστρου ἄπο σκιαρᾶν παγᾶν O. 3.14

    Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν O. 3.27

    ἀπὸ Στυμφαλίων τειχέων O. 6.99

    Λερναίας ἀπ' ἀκτᾶς O. 7.33

    ἀπὸ Μαντινέας O. 10.70

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν φέρων P. 2.3

    ἀπ' Ἀρκαδίας P. 3.26

    αἶψα δ' ἀπὸ κλισιᾶν ὦρτο P. 4.133

    ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

    ἀπ' Ἄργεος ἤλυθον P. 8.41

    στεῖχ' ἀπ Αἰγίνας N. 5.3

    φεῦγε γὰρ πατρίων οἴκων ἀπό τ' Ἄργεος N. 9.14

    Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν ἄπο Καδμειᾶν ἦλθ' ἀνήρ I. 4.53

    b out of, from out of, from, generally

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων O. 2.73

    [ἀπ byz.: ὑπ codd. O. 5.14]

    φιάλαν ὡς εἴ τις ἀφνειᾶς ἀπὸ χειρὸς ἑλὼν δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ O. 7.1

    ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.5

    θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις O. 9.58

    αἰθέρος ψυχρῶν ἀπὸ κόλπων ἐρήμου βάλλων O. 13.88

    [ ἀπὸ coni. Stone: ἐρέω codd.: ἄρα Wil. P. 1.77]

    φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος P. 5.73

    δόξαν ἱμερτὰν ἀγαγόντ' ἀπὸ Δελφῶν P. 9.75

    ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο καὶ Μεγάρων δέδορκεν φάος N. 3.84

    Κλεωναίου τ' ἀπ ἀγῶνος ὅρμον στεφάνων πέμψαντα καὶ λιπαρᾶν εὐωνύμων ἀπ Ἀθανᾶν N. 4.17

    καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.16

    χρὴ δ' ἀπ

    Ἀθανᾶν τέκτον' ἀεθληταῖσιν ἔμμεν N. 5.49

    ἔρνεα πρῶτος λτ;ἔνεικενγτ; ἀπ' Ἀλφεοῦ N. 6.18

    ὥτ' ἀπὸ τόξου ἱείς N. 6.28

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.60

    —1.

    ἀπὸ προθύρων βαθύκολπον ἀνερέψατο παρθένον Pae. 6.135

    ὀμμ]άτων ἄπο σέλας ἐδίνασεν Pae. 20.13

    κελάρυξεν ὡς ἀπὸ κρανᾶν φέρτατον ὕδωρ *fr. 104b. 2* ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ὄχημα δαιδάλεον ματεύειν fr. 106. 6. στάσιν ἀπὸ πραπίδος ἐπίκοτον ἀνελών fr. 109. 3.
    c down from

    Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    καὶ γὰρ αὐτὰ ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς N. 1.50

    εὖτ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθμῶν ἐς εὐδείελον χθόνα μόλῃ P. 4.76

    χαμαὶ καταβαὶς ἀφ' ἁρμάτων N. 6.51

    ἀπὸ Ταυγέτου πεδαυγάζων ἴδεν Λυγκεὺς N. 10.61

    d
    I far from, deprived of

    Ἄτλας οὐρανῷ προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

    II from off

    δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν O. 1.13

    μελέων ἄπο ποικίλον [σπά]ργανον ἔρριψεν Pae. 20.11

    e
    I won from

    ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται φυλλοφόρων ἀπ' ἀγώνων O. 8.76

    ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, δύο δ' ἀπὸ Κίρρας P. 7.16

    πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.59

    II coming from

    συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ' ἀπὸ Σπάρτας N. 11.34

    ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν fr. 106. 1. ὅπλα δ' ἀπ Ἄργεος fr. 106. 5. ὕδωρ Τιλφώσσας ἀπὸ καλλικράνου fr. 198b.
    III begotten from

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    κράτησεν ἀπὸ ταύτας αἷμα πάτρας Καλλίας N. 6.35

    θνατᾶς δ' ἀπὸ ματρὸς ἔφυ fr. 61. 5.
    f from the time of, since

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    μὴ κρύπτε κοινὸν σπέρμ' ἀπὸ Καλλιάνακτος O. 7.93

    νιν κλυτᾶς αἰῶνος ἀκρᾶν βαθμίδων ἄπο σὺν εὐδοξίᾳ μετανίσεαι P. 5.7

    ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας (ἀπὸ τῆς πρώτης ἡλικίας. Σ.) P. 5.114

    τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.25

    g ἀπὸ γλώσσας, simm.

    αἶνος ὃν ἀπὸ γλώσσας Ἄδραστος ἐς Ἀμφιάρηον φθέγξατ O. 6.13

    εἰ χρεὼν τοῦθ' ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος P. 3.2

    πολὺν ῥόθον ἵεσαν ἀπὸ στομάτων Ἐλείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.16

    πρὶν μὲν ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον ἀνθρώποισιν ἀπὸ στομάτων Δ. 2. 3.
    h from, as a result of

    κοιτάξατο νύκτ' ἀπὸ κείνου χρήσιος O. 13.76

    2 in tmesis.

    ἀπὸ ἔχειν O. 2.69

    ἀπὸ ῥίψον O. 9.35

    ἀπὸ εἴργοντες O. 13.59

    ἀπὸ ἀμβλύνει P. 1.82

    ἀπὸ λιπὼν P. 3.101

    ἀπὸ δώσω P. 4.67

    ἀπὸ ῥίψαις P. 4.232

    ἀπὸ καὶ θανών I. 7.30

    ἀπὸ δρέπεσθαι fr. 122. 8. ἀπὸ ὤθεον fr. 166. 3.
    3 fragg. ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ἁμετέρας ἄπ[ο (supp. Lobel) fr. 59. 8.

    Lexicon to Pindar > ἀπό

  • 5 εξ

    ἐξ
    ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)
    ——————
    ἔξ
    ἐξ
    from out of: indeclform (prep)
    ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)
    ——————
    ἕξ
    ἕξ
    six: indeclform (numeral)

    Morphologia Graeca > εξ

  • 6 ἐκ

    ἐκ, ἐξ (ἐξ before vowels: following its noun O. 7.91, O. 13.29, P. 2.19, O. 8.59 coni.: repeated P. 4.161, O. 9.68, Θρ. 3. 3 cod.; combined with
    1

    ἀπό P. 4.174

    , cf. O. 6.101, N. 5.7; separated from its noun by a verb P. 4.121) prep. c. gen.
    1 from
    a with verb of movement.

    βασιλεὺς δ' ἐπεὶ πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ ἐκ Πυθῶνος O. 6.48

    Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος O. 7.69

    ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68

    στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα O. 13.60

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.22

    ἐξ ὠκεανοῦ φέρομεν ἐννάλιον δόρυP. 4.26 κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος” (sc. βώλακα) P. 4.38 βέλος ἐξ ἀνικάτου φαρέτρας ὀρνύμενονP. 4.91 ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυ- θάν (sc. ἦλθε) P. 4.126

    ἦλθον ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

    ἦλθες ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων P. 5.52

    ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς N. 6.12

    φιάλαισι ἅς ποθ' ἵπποι πέμψαν ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ἐκ δὲ Πελλάνας (sc. ἀπέβαν) N. 10.44 ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας; I. 7.10 ]

    ἄπεπλος ἐκ λεχέων νεοτόκων [ ]νόρουσε Pae. 20.14

    ]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου Pae. 22.6

    προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα fr. *104b. 1.* ποι]κίλω[ν ἐ]κ λεχέω[ν ἀπέ]διλ[ος (supp. Lobel)fr. 169. 36.
    b esp. (release, free, take, separate) from. τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90

    παῖδα ἔλυσεν ἐξ ἀτιμίας O. 4.20

    ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι O. 6.101

    ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι P. 3.56

    παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε P. 3.43

    ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.96

    ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέωνP. 4.161—2.

    Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37

    τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18

    ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.30

    ( ἄρουρα)

    ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων I. 4.22

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6

    ἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel) Θρ. 4. 2.
    c (arising, coming) from, in various senses.
    I from (persons).

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς O. 6.74

    εἰ δ' ἐγὼ Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ i. e. as for what comes from Zeus N. 11.43 τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν sc. the soul fr. 131b. 3. esp. born of, descended from

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23

    ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86

    σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος P. 9.14

    πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς ἀμφότεροι N. 6.1

    συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.37

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαιI. 6.45 φιλόμαχον γένος ἐκ Περσέος fr. 164.
    II from (things), (won) from, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.59

    ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64

    Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19

    ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων I. 1.11

    ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181*. (developing) from, out of,

    ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.66

    πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36

    φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαιP. 4.14

    ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121

    μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόνP. 4.155

    εἰρεσία δ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ παλαμᾶν ἄκορος P. 4.202

    ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3

    ( ἄρουραι)

    βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10

    ]ἐκ φρεν[ὸς (supp. Snell) Πα. 7A. 5. ἐξ ἀδάμαντος ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν fr. 123. 4. ἔντι [δὲ καὶ] θάλλοντος ἐκ κισσοῦ στεφάνων Διο[νύσου (sc. ἀοιδαί: supp. Wil., Schneidewin: ἐκ etiam ante Διο- habet cod.: del. Wil.) Θρ. 3. 3. = fr. 128 Schr. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3.
    III of place of origin

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ P. 12.5

    κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.34

    IV of source of sounds,

    τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε O. 7.32

    ὦρσεν ( Ἀχιλλεὺς)

    πυρὶ καιόμενος ἐκ Δαναῶν γόον P. 3.103

    ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε βροντᾶς αἴσιον φθέγμα P. 4.197

    αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ P. 9.29

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20

    αἴνιγμα παρθένοἰ ἐξ ἀγριᾶν γνάθων fr. 177d.
    2 of time.
    a after, from (the time of)

    χώραν Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ Αἰακοῦ O. 8.30

    Λοκρὶς παρθένος πολεμίων καμάτων ἐξ ἀμαχάνων διὰ τεὰν δύναμιν δρακεῖσ' ἀσφαλές P. 2.19

    ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.39

    θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 2. cf. O. 13.66 esp. ἐξ ἀρχᾶς, from the beginning

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132

    ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20

    a from the time when

    ἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱὸς O. 2.38

    II and ever since, and from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς O. 9.76

    3 of agency, in various senses.
    I by

    θέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72

    II of gods, by the will, gift, agency of

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10

    ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41

    μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20

    Ζεῦ, μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.5

    b of things.
    I by

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμἐπέδα Πάριος ἐκ βελέων δαιχθείς P. 6.33

    II as a result of; from, by reason of

    Νέστορα ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν γινώσκομεν P. 3.113

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.90

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς N. 4.60

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ, τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44

    4 from, of expressing distinction from a group “ μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 esp. beyond, above

    κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    τῷ μὲν κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας P. 4.66

    ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν N. 11.19

    5
    b divided from verb by verse end. ἐξ / ἄλλαξεν (v. ἐξαλλάσσω) I. 3.18
    c fragg. ]

    πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐξ εὔ[ Pae. 6.155

    ]ν ὕμνων σέλας ἐξ ἀκαμαν[το Pae. 18.5

    Lexicon to Pindar > ἐκ

  • 7 ἐξ

    ἐκ, ἐξ (ἐξ before vowels: following its noun O. 7.91, O. 13.29, P. 2.19, O. 8.59 coni.: repeated P. 4.161, O. 9.68, Θρ. 3. 3 cod.; combined with
    1

    ἀπό P. 4.174

    , cf. O. 6.101, N. 5.7; separated from its noun by a verb P. 4.121) prep. c. gen.
    1 from
    a with verb of movement.

    βασιλεὺς δ' ἐπεὶ πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ ἐκ Πυθῶνος O. 6.48

    Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος O. 7.69

    ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68

    στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα O. 13.60

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.22

    ἐξ ὠκεανοῦ φέρομεν ἐννάλιον δόρυP. 4.26 κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος” (sc. βώλακα) P. 4.38 βέλος ἐξ ἀνικάτου φαρέτρας ὀρνύμενονP. 4.91 ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυ- θάν (sc. ἦλθε) P. 4.126

    ἦλθον ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

    ἦλθες ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων P. 5.52

    ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς N. 6.12

    φιάλαισι ἅς ποθ' ἵπποι πέμψαν ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ἐκ δὲ Πελλάνας (sc. ἀπέβαν) N. 10.44 ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας; I. 7.10 ]

    ἄπεπλος ἐκ λεχέων νεοτόκων [ ]νόρουσε Pae. 20.14

    ]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου Pae. 22.6

    προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα fr. *104b. 1.* ποι]κίλω[ν ἐ]κ λεχέω[ν ἀπέ]διλ[ος (supp. Lobel)fr. 169. 36.
    b esp. (release, free, take, separate) from. τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90

    παῖδα ἔλυσεν ἐξ ἀτιμίας O. 4.20

    ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι O. 6.101

    ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι P. 3.56

    παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε P. 3.43

    ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.96

    ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέωνP. 4.161—2.

    Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37

    τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18

    ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.30

    ( ἄρουρα)

    ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων I. 4.22

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6

    ἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel) Θρ. 4. 2.
    c (arising, coming) from, in various senses.
    I from (persons).

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς O. 6.74

    εἰ δ' ἐγὼ Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ i. e. as for what comes from Zeus N. 11.43 τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν sc. the soul fr. 131b. 3. esp. born of, descended from

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23

    ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86

    σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος P. 9.14

    πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς ἀμφότεροι N. 6.1

    συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.37

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαιI. 6.45 φιλόμαχον γένος ἐκ Περσέος fr. 164.
    II from (things), (won) from, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.59

    ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64

    Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19

    ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων I. 1.11

    ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181*. (developing) from, out of,

    ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.66

    πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36

    φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαιP. 4.14

    ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121

    μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόνP. 4.155

    εἰρεσία δ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ παλαμᾶν ἄκορος P. 4.202

    ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3

    ( ἄρουραι)

    βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10

    ]ἐκ φρεν[ὸς (supp. Snell) Πα. 7A. 5. ἐξ ἀδάμαντος ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν fr. 123. 4. ἔντι [δὲ καὶ] θάλλοντος ἐκ κισσοῦ στεφάνων Διο[νύσου (sc. ἀοιδαί: supp. Wil., Schneidewin: ἐκ etiam ante Διο- habet cod.: del. Wil.) Θρ. 3. 3. = fr. 128 Schr. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3.
    III of place of origin

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ P. 12.5

    κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.34

    IV of source of sounds,

    τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε O. 7.32

    ὦρσεν ( Ἀχιλλεὺς)

    πυρὶ καιόμενος ἐκ Δαναῶν γόον P. 3.103

    ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε βροντᾶς αἴσιον φθέγμα P. 4.197

    αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ P. 9.29

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20

    αἴνιγμα παρθένοἰ ἐξ ἀγριᾶν γνάθων fr. 177d.
    2 of time.
    a after, from (the time of)

    χώραν Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ Αἰακοῦ O. 8.30

    Λοκρὶς παρθένος πολεμίων καμάτων ἐξ ἀμαχάνων διὰ τεὰν δύναμιν δρακεῖσ' ἀσφαλές P. 2.19

    ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.39

    θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 2. cf. O. 13.66 esp. ἐξ ἀρχᾶς, from the beginning

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132

    ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20

    a from the time when

    ἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱὸς O. 2.38

    II and ever since, and from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς O. 9.76

    3 of agency, in various senses.
    I by

    θέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72

    II of gods, by the will, gift, agency of

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10

    ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41

    μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20

    Ζεῦ, μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.5

    b of things.
    I by

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμἐπέδα Πάριος ἐκ βελέων δαιχθείς P. 6.33

    II as a result of; from, by reason of

    Νέστορα ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν γινώσκομεν P. 3.113

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.90

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς N. 4.60

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ, τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44

    4 from, of expressing distinction from a group “ μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 esp. beyond, above

    κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    τῷ μὲν κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας P. 4.66

    ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν N. 11.19

    5
    b divided from verb by verse end. ἐξ / ἄλλαξεν (v. ἐξαλλάσσω) I. 3.18
    c fragg. ]

    πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐξ εὔ[ Pae. 6.155

    ]ν ὕμνων σέλας ἐξ ἀκαμαν[το Pae. 18.5

    Lexicon to Pindar > ἐξ

  • 8 θυραῖος

    θυρ-αῖος, α, ον, also ος, ον S.El. 313, E.Alc. 805, Plu.(ll.cc.infr.): [dialect] Aeol. [full] θύραος IG12(2).14 (Mytil.): ([etym.] θύρα):—
    A at the door or just outside the door, A.Ag. 1055, S.Aj. 793; θ. οἰχνεῖν to go to the door, go out, Id.El. 313;

    τόνδε βλέπω θ. ἤδη Id.Tr. 595

    ; θ. στίβος, opp. ἔναυλος, Id.Ph. 158 (lyr.);

    θ. ἔστω πόλεμος A.Eu. 864

    : metaph., θ. ἀμφὶ μηρόν round the exposed, naked thigh, S.Fr. 872 (lyr.);

    θ. δόξα Plu.Cat.Ma. 18

    ;

    θ. ὑποψίαι Id.2.38c

    .
    2 absent, abroad, A.Ag. 1608, Ch. 115; θ. ἐλθεῖν to come from abroad, E. Ion 702(lyr.); τοὺς δ' ἐν θυραίοις in the public eye, opp. τοὺς μὲν ὀμμάτων ἄπο, Id.Med. 217.
    3 from out of doors, from abroad, ἄνδρες θ. strangers, Id.Hipp. 409; θυραῖα φρονήματ' ἀνδρῶν the thoughts of strangers, ib. 395.
    4 = ἀλλότριος, ὄλβος θ. the luck of others, A.Ag. 837;

    πῆμα E.Alc. 778

    ;

    χείρ Id.Ph. 848

    ; παῖδες, i.e. adoptive, Id.Fr. 491.
    II containing a door, θ. τοῖχος entrance-wall, IG11(2).165.6(Delos, iii B.C.), 12 l.c.(pl.), Milet.7.56 ([place name] Didyma).
    III [full] θυραία, , doorway, opening, Men.389, IG22.1668.61 (pl.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > θυραῖος

  • 9 ἔκκειμαι

    ἔκκειμαι, serving as [voice] Pass. of ἐκτίθημι,
    2 of public notices, decrees, etc., to be set up in public, posted up,

    ἵν' ἐκκέοιτο πρὸ τῶν ἐπωνύμων D.21.103

    , cf. 58.9; to be set forth,

    ἡ ἐμὴ προθυμία ἐκκείσθω POxy. 220 vi5

    ;

    ἐκκειμένων οὖν τῶν βίων Plu.Comp.Ages.Pomp.1

    .
    3 to be proposed,

    ὁ σκοπὸς ἐ. καλῶς Arist.Pol. 1331b31

    ;

    μισθοὶ παρὰ βασιλέως ἔκκεινται Str.15.1.46

    ;

    ἔλασσον τοῦ ἐκκειμένου SIG577.66

    (Milet., iii/ii B.C.).
    4 c. dat., to be exposed to, be at the mercy of, Str.5.2.6, Alciphr.3.29;

    τύχαις Plot.6.8.15

    ;

    τῷ μέλλοντι Id.3.6.18

    ; also

    πρὸς τὸ πάσχειν Procl.Inst.80

    .
    5 to be set forth, expounded, Arist.Rh. 1419b23; in logical sense, Id.Top. 103b29, cf. APr. 48a8, Epicur.Nat. 28.1, Phld.Sign.19, etc.
    6 Geom., to be set out, 'taken', ἐκκείσθω κύκλος, ὁ ἐκκείμενος κῶνος, Archim.Sph.Cyl.1.5,28.
    II c. gen., fall from out, be left bare of,

    μηροὶ..ἐξέκειντο πιμελῆς S.Ant. 1011

    .
    2 project,

    ἐκκειμένη εἰς θάλατταν ἄκρα Str.5.4.8

    ;

    πύργοι ἔξω ἐκκείμενοι D.C.74.10

    ;

    στέρνα προέχοντα καὶ ἐκκείμενα Philostr.Gym.35

    ;

    φλέβες ἐκκ. Gal.17(2).97

    ; in painting, stand out, Philostr.Im.2.1.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔκκειμαι

  • 10 εκ

    ἐκ
    ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)
    ——————
    ἔκ
    ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca > εκ

  • 11 κακ

    ἐκ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)
    ——————
    ἔκ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca > κακ

  • 12 ἀμφίς

    ἀμφίς, [dialect] Ep. word, once in Pi. (v.infr.), Trag. only E.Hyps. (v. infr.), prop.
    A = ἀμφί, but mostly as Adv.:
    1 on both sides, ἀ. ἀρωγοί helpers on either hand, to either party, Il.18.502, cf. 519; ἁμαρτῇ δούρασιν ἀ. βάλεν threw with spears from both hands at once, 21.162; σεῖον ζυγὸν ἀ. ἔχοντες having it on both sides, Od.3.486.
    2 generally, round about,

    ἀ. ἐόντες Il.24.488

    ; ἀ. ἰδών having looked about, Hes.Op. 701 (cf. infr. B. 1); δεσμοὶ.. ἀ. ἔχοιεν may bonds encompass, Od.8.340;

    σιδηρέῳ ἄξονι ἀ.

    at each end,

    Il.5.723

    ; and so (rather than between) 3.115, 7.342; μολπὴ ἀ. ἔχει δώματα fills the house, Xenoph. 1.12.
    II apart, asunder,

    γαῖαν καὶ οὐρανὸν ἀ. ἔχειν Od.1.54

    ; ἀ. ἐέργειν to keep apart, Il.13.706; ἀ. ἀγῆναι snap in twain, 11.559;

    τόξων ἀϊκὰς ἀ. μένον 15.709

    ; ἀ. φράζεσθαι think separately, each for himself, i.e. to be divided, 2.13;

    ἀ. φρονέοντε 13.345

    ; ἀ. ἕκαστα εἴρεσθαι to ask each by itself, i.e. one after another, Od.19.46 codd.; ἀ. ἔμμεναι to be absent, Orac. ap. Hdt.1.85.
    B less freq as Prep., like ἀμφί:
    I c.gen. (which it may either precede or follow), around, ἅρματος ἀ. ἰδεῖν look all round his chariot, Il.2.384.
    b concerning,

    ἀ. ἀληθείης Parm.8.51

    ;

    ἀέθλοις.. ἐσθᾶτος ἀ. Pi.P.4.253

    .
    2 apart from, far from,

    ἀ. ἐκείνων εἶναι Od.14.352

    ;

    Διὸς ἀ. ἥσθην Il.8.444

    ;

    ἀ. φυλόπιδος Od.16.267

    ; ἀ. ὁδοῦ aside from, out of road, Il.23.393; πάτρας ἀ. far from her fatherland, E. Hyps.Fr.3 iii 30.
    II c. acc., about, around, always after its case,

    Κρόνον ἀ. Il.14.274

    ;

    Ποσιδήϊον ἀ. Od.6.266

    , cf. 9.399.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμφίς

  • 13 ἐκφαίνω

    ἐκφαίνω, [tense] fut. - φᾰνῶ, [dialect] Ion. - φανέω in Luc.Syr.D.32: [tense] aor. ἐξέφηνα, [dialect] Dor.
    A

    - έφᾱνα Pi.N.4.68

    :—[voice] Pass., [dialect] Ep.[tense] aor. 1

    - εφαάνθην Il.13.278

    .
    I of persons, bring to light, reveal,

    σήμερον ἄνδρα φόωσδε.. Εἰλείθυια ἐκφανεῖ 19.104

    ; ἐ. τινά produce him, Hdt.3.36;

    εἰ μὴ τὸν αὐτόχειρα.. ἐκφανεῖτ' ἐς ὀφθαλμοὺς ἐμούς S.Ant. 307

    , cf. OT 329: c. part.,

    ἐ. σεωυτὸν ἐόντα τοῦ πατρὸς οὐδὲν ἥσσω Hdt.3.71

    ;

    κακοὺς θνητῶν ἐξέφηνε.. χρόνος E.Hipp. 428

    :—[voice] Pass., οὕνεκ' Ἀχιλλεὺς ἐξεφάνη showed himself, came forth to view, Il.19.46, cf. Od.10.260, al.; Χαρύβδιος ἐξεφαάνθη he came up from out Charybdis, 12.441; ὅ τε δειλὸς ἀνὴρ ὅς τ' ἄλκιμος ἐξεφαάνθη is revealed, Il.13.278;

    δίκαιοι δ' αὖθις [ὄντες] ἐκφανούμεθα S.Ph.82

    ;

    σὺ μὲν.. ἐκφανεῖ κακή Id.OT 1063

    ;

    ἕκτον ἦμαρ ἐκπεφασμένος Id.Ichn.273

    .
    2 inform against,

    τινά Cod.Just.1.5.16.5

    .
    II of things, bring to light,

    δῶρα καὶ κράτος ἐγγενές Pi.N.4.68

    ; disclose, reveal,

    τινὶ ἄρρητα ἱρά Hdt.6.135

    ,al. (so abs.,

    ὡς τὸ μαντεῖον ἐξέφηνεν.. ἐμοί S.OT 243

    );

    ἐ. ἑωυτοῦ γνώμην Hdt.5.36

    ;

    τὴν αἰτίην Id.6.3

    ;

    τὴν ἀληθείην Id.1.117

    ;

    λόγον E.Hipp. 881

    ; ἐ. ἐς φάος κακά ib. 368;

    δειλίαν Pl.Mx. 246e

    :—[voice] Pass., with [tense] fut. [voice] Med., shine out,

    οἱ ὄσσε δεινὸν ὑπὸ βλεφάρων, ὡς εἰ σέλας, ἐξεφάανθεν Il.19.17

    ; appear plainly,

    πλευρὰ παρ' ἀσπίδος ἐξεφαάνθη 4.468

    , cf. Diog.Apoll.6;

    ἀστέρων ἐκφανέντων Th.2.28

    , cf. Phld.Sign.10: metaph., ταὶ Διωνύσου πόθεν ἐξέφᾰνεν (for - ησαν) χάριτες; Pi.O.13.18; ἐκφανήσεται it shall be disclosed, E.Hipp. 42, cf. Pl.Hp.Ma. 295a;

    ἕως ἂν ἡμῖν ἐκφανῆτον ἐφ' ᾧ αὐτὼ σπουδάζετον Id.Euthd. 288c

    .
    3 ἐ. πόλεμον πρός τινα to declare.., X.An.3.1.16.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐκφαίνω

  • 14 ὑπό

    ὑπό A prep. (anastrophe P. 3.10, P. 5.100, P. 1.64, P. 11.18, N. 1.35)
    1 c. acc.,
    a under, below ὑπὸ Κυλλάνας ὄρο̄ς, Ἁγησία, μάτρωες ἄνδρες ναιετάοντες (Π: ὅροις codd.) O. 6.77

    τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81

    [codd. P. 10.15] ὄλβιος ὅστις ἰδὼν κεῖν' εἶσ ὑπὸ χθόν fr. 137. 1.
    b under, up to the walls of

    θαλασσίαις ἀνέμων ῥιπαῖσι πεμφθεὶς ὑπὸ Τροίαν N. 3.60

    2 c. gen.,
    a below

    πολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας O. 2.83

    λόχμας ὑπὸ κυανέας τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.40

    λόχμαισι δὲ δοκεύσαις ὑπὸ Κλεωνᾶν δάμασε O. 10.30

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    [coni. Bergk P. 8.77] ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας πετρᾶν ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν (Christ: βαθυλείμωνα ἀγὼν πέτραν codd.) P. 10.15
    b from (out of) of the delivery of a child,

    ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ ὠδῖνός τ ἐρατᾶς Ἴαμος ἐς φάος αὐτίκα O. 6.43

    παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσειP. 9.61

    ἐπεὶ σπλάγχνων ὕπο ματέρος αὐτίκα θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς ὠδῖνα φεύγων μόλεν N. 1.35

    met., of deliverance, ὑπ' ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν (ἀπ byz.) O. 5.14

    Ὀρέστα· τὸν δὴ Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18

    c to the accompaniment of

    τεαὶ γὰρ ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί O. 4.2

    καί νυν ὑπ' ἀμφοτέρων σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν (i. e. with lyre and flute) O. 7.13 σειρῆνα δὲ κόμπον αὐλίσκων ὑπὸ λωτίνων μιμήσομ' ἀοιδαῖς Παρθ. 2. 14.
    d of agency,
    3 c. dat.,
    a lying below, at the foot of [ ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις (ὄρος Π.) O. 6.77] τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (v. l. ἐπ) O. 13.106

    ὄχθαις ὕπο Ταυγέτου ναίοντες P. 1.64

    δασκίοις Φλειοῦντος ὑπ' ὠγυγίοις ὄρεσιν N. 6.44

    ἐν δὲ κέχλαδ[εν] κρόταλ' αἰθομένα τε δαὶς ὑπὸ ξανθαῖσι πεύκαις Δ. 2. 11.
    b down in, under

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56

    ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ Πα. 8A. 18. πρῶτον εὐνάσθην ἀγαπατὸς ὑπὸ σπαργάνοις fr. 193.
    c from under ( θρῆνον)

    τὸν παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    d yoked to ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι (Bergk e Σ: ἐν unus cod.; om. alter) I. 5.5 ὑφ' ἅρμασιν ἵππος (v. l. ἐν) fr. 234. 1.
    e by means of, by, with

    βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6

    μεγαλᾶν δ' ἀρετᾶν δρόσῳ μαλθακᾷ ῥανθεισᾶν κώμων ὑπὸ χεύμασιν (byz.: θ' ὑπὸ codd.) P. 5.100 ( σοφοὶ)

    οὐδ' ὑπὸ κέρδει βλάβεν N. 7.18

    λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν ὑπὸ ματροδόκοις γοναῖς φυτεῦσαι N. 7.84

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται N. 9.33

    νῦν σε, νῦν εὐχαῖς ὑπὸ θεσπεσίαις λίσσομαιI. 6.44 κείνων λυθέντες σαῖς ὑπὸ χερσίν, ἄναξ fr. 35. ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9.
    f under the force of, under the influence of [εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19]

    ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν O. 10.36

    δαμεῖσα χρυσέοις τόξοισιν ὕπ' Ἀρτέμιδος (Hermann: ὑπ codd.) P. 3.10 βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν

    ἔνεπεν N. 1.68

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν πελεμιζόμενοι ὑπ' ἀλεξιμβρότῳ λόγχᾳ N. 8.30

    δαίμων δὲ παρίσχει, ἄλλοτ' ἄλλον ὕπερθε βάλλων ἄλλον δ ὑπὸ χειρῶν μέτρῳ καταβαίνει (v. l. μέτρον: post χειρῶν distinxit Bergk) P. 8.77

    τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4

    ἐκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινι (sc. δείματι, simm.) —

    συνάγεν θρόον Pae. 9.34

    g of pers., by, through

    ὑπ' Ἀπόλλωνι γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας O. 6.35

    ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίαςI. 8.45

    Lexicon to Pindar > ὑπό

  • 15 ἁλόθεν

    ἁλό-θεν: from the sea; ἐξ ἁλόθεν, ‘from out the sea,’ Il. 21.335†.

    A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἁλόθεν

  • 16

    ἐκ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca >

  • 17 ἀκ

    ἐκ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca > ἀκ

  • 18

    ἐξ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca >

  • 19 ἀξ

    ἐξ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca > ἀξ

  • 20 αξ

    ἐξ, ἐκ
    from out of: proclitic indeclform (prep)

    Morphologia Graeca > αξ

См. также в других словарях:

  • Out from Out Where — Studio album by Amon Tobin Released October 14, 2002 Genre …   Wikipedia

  • Out From Out Where — est le cinquième album du dj Amon Tobin paru en 2002 sur le label Ninja Tune. Ce disque est à ce jour l album ayant reçu le plus gros travail électronique de la part du Dj. Presque exclusivement rythmé Drum n Bass l ensemble est très expérimental …   Wikipédia en Français

  • From out of Nowhere — Infobox Single Name = From out of Nowhere Caption = Burning Splashes picture sleeve Artist = Faith No More Album = The Real Thing Released = Original: flagicon|UK start date|1989|8|30 flagicon|Australia september 30, 1990Reissue: Flagicon|Europe… …   Wikipedia

  • From Out of the Rain — Doctorwhobox number = 23 serial name = From Out of the Rain caption = One of the Night Travelers steps out of the film, into reality. show = TW type = episode cast = * John Barrowman – Captain Jack Harkness * Eve Myles – Gwen Cooper * Burn Gorman …   Wikipedia

  • From Out of Nowhere (Tommy Emmanuel album) — Infobox Album | Name = From Out of Nowhere Type = Album Artist = Tommy Emmanuel Released =1979 Recorded = Genre = Country, Bluegrass Length = Label = Trafalgar Producer = Reviews = Last album = This album = From Out of Nowhere Next album = Up… …   Wikipedia

  • Greetings from Out Here — Infobox Film name = Greetings From Out Here image size = 125 X 125 caption = director = Ellen Spiro producer = Ellen Spiro Kate Horsfield writer = narrator = starring = music = cinematography = Ellen Spiro editing = distributor = released = 1993… …   Wikipedia

  • Out of Control (Girls Aloud album) — Out of Control Studio album by Girls Aloud Released 3 November 2008 …   Wikipedia

  • Out — (out), adv. [OE. out, ut, oute, ute, AS. [=u]t, and [=u]te, [=u]tan, fr. [=u]t; akin to D. uit, OS. [=u]t, G. aus, OHG. [=u]z, Icel. [=u]t, Sw. ut, Dan. ud, Goth. ut, Skr. ud. [root]198. Cf. {About}, {But}, prep., {Carouse}, {Utter}, a.] In its… …   The Collaborative International Dictionary of English

  • Out at — Out Out (out), adv. [OE. out, ut, oute, ute, AS. [=u]t, and [=u]te, [=u]tan, fr. [=u]t; akin to D. uit, OS. [=u]t, G. aus, OHG. [=u]z, Icel. [=u]t, Sw. ut, Dan. ud, Goth. ut, Skr. ud. [root]198. Cf. {About}, {But}, prep., {Carouse}, {Utter}, a.]… …   The Collaborative International Dictionary of English

  • Out from — Out Out (out), adv. [OE. out, ut, oute, ute, AS. [=u]t, and [=u]te, [=u]tan, fr. [=u]t; akin to D. uit, OS. [=u]t, G. aus, OHG. [=u]z, Icel. [=u]t, Sw. ut, Dan. ud, Goth. ut, Skr. ud. [root]198. Cf. {About}, {But}, prep., {Carouse}, {Utter}, a.]… …   The Collaborative International Dictionary of English

  • Out in — Out Out (out), adv. [OE. out, ut, oute, ute, AS. [=u]t, and [=u]te, [=u]tan, fr. [=u]t; akin to D. uit, OS. [=u]t, G. aus, OHG. [=u]z, Icel. [=u]t, Sw. ut, Dan. ud, Goth. ut, Skr. ud. [root]198. Cf. {About}, {But}, prep., {Carouse}, {Utter}, a.]… …   The Collaborative International Dictionary of English

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»